Breaking News

Οι μελλοθάνατοι χαμογελούν…


ΜΟΝΟΛΟΓΩΝΤΑΣ
---------------------------------
Από τον Άγγελο Πετρουλάκη


Είμαστε μελλοθάνατοι από την πρώτη στιγμή τής ζωής μας. Πριν ακόμα το στόμα μας κολλήσει στη θηλή τού στήθους τής μητέρας μας, λέμε και «καλημέρα» στον θάνατο. Ο δε θάνατος, μας περιμένει υπομονετικά. Κάποιους μπορεί και εκατό ολόκληρα χρόνια. Δεν κουράζεται. Μοιάζει με πιστό, ακοίμητο και υπομονετικό φίλο. Έχει, βέβαια, αποτρόπαια όψη, φρικτή.
Κάποιες, ελάχιστες φορές, η όψη του είναι γαλήνια, λυτρωτική. Ανάλογα με το πότε πηγαίνουμε κοντά του, κάτω από ποιες συνθήκες πηγαίνουμε, το πόσο επιθυμητή μάς είναι αυτή η συνάντηση, το πώς βιώσαμε μέχρι εκείνη την στιγμή την ζωή και άλλα…
Και η ζωή; Γλυκιά, πανέμορφη, ξελογιάστρα ερωμένη, που, όμως, είναι ανά πάσα στιγμή έτοιμη να μας προδώσει. Αυτήν της την περιγραφή, τη δανείζομαι από έναν μεγάλο τής ελληνικής διανόησης, τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο. Την αναφέρει στο θαυμαστό μυθιστόρημά του «Γεννήθηκα το 1402», άγνωστο στους περισσότερους αναγνώστες τής Λογοτεχνίας, σήμερα, που τρέφονται κατά κύριο λόγο από τα εκδοτικά φασφουντάδικα.

Τις ημέρες αυτές, όμως, είμαστε πιο μελλοθάνατοι από άλλες φορές. Τυχαιότητα; Ίσως, αν υπάρχει το «τυχαίο». Εξελικτικότητα; Ίσως, αν αναλογιστούμε πως στους άτυπους κανόνες τής εξέλιξης, υπάγονται και τα νοσήματα.
Το ευτυχές είναι, ότι σε αντίθεση με τον προηγούμενο αιώνα δεν τρέχουμε στους ναούς για να διώξουμε το κακό, με αποτέλεσμα κοινότητες των χιλίων κατοίκων να θάβουν σε έναν μήνα τούς εξακόσιους.
Πλέον η επιστήμη είναι αρωγός. Η έρευνα και η γνώση προστατεύουν σε μεγάλο βαθμό την υγεία τού ανθρώπου. Αυτό δεν καταργεί την έννοια του Θεού. Την έννοια του Θεού την καταργεί η άρνηση της μέριμνας για την υγεία τού ανθρώπου.
Ο σκοταδισμός ποτέ δεν ωφέλησε την Εκκλησία, σε εγκλήματα την οδήγησε. Πρόχειρα φέρνω στον νου μου την εποχή τής Εικονοκλασίας. Χιλιάδες οι νεκροί και από τους Εικονομάχους και από τους Εικονολάτρες.
Κατανοητό το αν κάποιοι πιστεύουν ότι όλα είναι εκ του Θεού. Αδιανόητο είναι να μην δέχονται την επιστήμη. Σε προηγούμενο σημείωμά μου είχα αναφέρει την περίπτωση του μητροπολίτη Λάρισας, που δεν περιορίστηκε σε προσευχές για το άρρωστο συκώτι του, αλλά έτρεξε στις ΗΠΑ για μεταμόσχευση.
Ας αναλογιστούν οι πολλοί φανατικοί τής θρησκείας (δεν είναι του Θεού φανατικοί), ότι για τον διαβήτη τους παίρνουν σκευάσματα και ινσουλίνη. Ο Θεός ως έννοια είναι πάνσοφος, όμως αυτοί που θέλουν να τον εκπροσωπούν, όχι όλοι. Κάποιοι μπορεί να είναι και πλήρως αναλφάβητοι, διεστραμμένοι, ψυχοπαθείς ή ό,τι άλλο μπορεί να βάλει ο νους μας. Αλλά, πρώτα και πάνω απ’ όλα, ο νους μας πρέπει να βάλει ότι είμαστε όλοι μελλοθάνατοι.

Πληροφορήθηκα πως ο Γιάννης Καλλιμάνης, ο «γερόλυκος» των ντίσκο τής Λάρισας, ανέβασε τα μηχανήματά του στην ταράτσα τής πολυκατοικίας και μόνος του έπαιξε μουσική για τους Λαρισαίους. Το χάρηκα όσο τίποτα. Μπράβο! Οι μελλοθάνατοι ακούνε μουσική και χαμογελούν… Χαμογελάμε και πιστεύουμε πως θα επιζήσουμε. Έστω φτωχότεροι, έστω στερημένοι από κάποιες εφήμερες απολαύσεις. Αλλά θα επιζήσουμε. Είθε αυτοί που θα επιζήσουμε να βγούμε πιο σοφοί, πιο εγκρατείς.
Με σκεπτικισμό παρακολουθώ κάποιους άφρονες. Ισχυρίζονται πως δεν φοβούνται. Μα η προφύλαξη δεν δηλώνει φόβο, προνοητικότητα δηλώνει.
Παρακολουθώ, όμως, και άλλους. Που αναδύονται από την θάλασσα της κοινωνικότητας αλληλέγγυοι. Με μια μικρή δωρεά, με μια προσφορά, έστω ταπεινή. Μεγαλείο ψυχής. Αυτό έχω, αυτό μπορώ. Η κοινωνία μας έχει πολλάκις αποδείξει πως είναι μια αλληλέγγυα κοινωνία. Γι’ αυτό λέω πως, αν είμαστε κοινωνία μελλοθανάτων, ας είμαστε μελλοθάνατοι που χαμογελούν, που ελπίζουν, που αισιοδοξούν. Όπλα μας η σύνεση, η εγκράτεια, η αλληλεγγύη, η υπομονή…

Αν συνειδητοποιήσουμε πως είμαστε μελλοθάνατοι θα επιζήσουμε. Θα βγούμε και από αυτήν την κρίση και θα μείνει η ανάμνησή της. Μπορεί κάποιες γραφές να τρέχουν με λέξεις σκληρές στα μάτια σας, ωστόσο είναι λάθος να αρνούμαστε την πραγματικότητα. Όπως είναι λάθος να επηρεαζόμαστε από απόπειρες επηρεασμού, και μάλιστα από τους μη ειδικούς. Όταν στο ταμπλό τού αυτοκινήτου ανάβει ένα κόκκινο λαμπάκι, δεν πάμε στον βουλκανιζατερά. Κι αυτός με αυτοκίνητα ασχολείται, αλλά με τα λάστιχά τους, όχι με τις μηχανές. Δεν πάμε στον ψυχίατρο, αλλά στον διαβητολόγο για τον διαβήτη μας. Αυτό έμαθα εγώ που παλεύω με τον διαβήτη τριάντα χρόνια τώρα. Ούτε για την Χ.Α.Π. μου, ζήτησα απάντηση από τον γαστρεντερολόγο μου. Αυτός διέγνωσε, με γαστροσκόπηση, κιρσούς στον οισοφάγο. Τα εισπνεόμενα που βοηθούν την ανάσα μου, μου τα σύστησε ο πνευμονολόγος μου. Το όνομά του είναι Γουργουλιάνης, είναι Μητσιός. Και οι γιατροί έχουν ονοματεπώνυμο. Όχι «ένας γιατρός». Τελεία…
Απλώνω τα χέρια και χειροκροτώ τους ήρωες γιατρούς, νοσηλευτές και όποιους άλλους έρχονται σ’ επαφή με τους ασθενείς, μπαίνουν στους θαλάμους τών νοσοκομείων έστω για να σφουγγαρίσουν. Το έχω ξαναγράψει, αυτό. Απευθύνω ένα ολόψυχο «Χαίρε». Μέσα μου ψιθυρίζω: «Εγώ, ο μελλοθάνατος, χαμογελώ. Υπάρχετε και υπάρχω. Σας ευχαριστώ…»  


Λάρισα, 21/3/2020



Δεν υπάρχουν σχόλια