Breaking News

Ν’ ακούω, μόνο, πως είσαι καλά…



ΜΟΝΟΛΟΓΩΝΤΑΣ
---------------------------------
 Από τον Άγγελο Πετρουλάκη
 ---------------------------------


Η Ν. Γ. ήταν πάντα το χαμογελαστό παιδί της οικογένειας. Επιμελής σαν μαθήτρια με πολύ καλές επιδόσεις ως και άριστες, στο δημοτικό, στο γυμνάσιο, στο λύκειο. Το ίδιο και στο τμήμα πολιτικών μηχανικών, από το οποίο πήρε πτυχίο με την πρώτη.
Με το πτυχίο στο χέρι και πολλά χαμόγελα επέστρεψε στη Λάρισα και ξεκίνησε την επαγγελματοποίησή της, συνεργαζόμενη μ’ ένα από τα μεγάλα τεχνικά γραφεία τής πόλης. Όχι για πολύ. Η κρίση που έπληξε πρώτα απ’ όλα την οικοδομή, τίναξε στο αέρα το τεχνικό γραφείο και η Ν.Γ. βρέθηκε άνεργη.
Η Ν. Γ. δεν είναι κόρη του Κώστα Καζάκου και της Τζένης Καρέζη. Ο μπαμπάς της δεν είναι ηθοποιός. Συνταξιούχος δημόσιος υπάλληλος, είναι. Και η μαμά της νοικοκυρά. Η μόνη περιουσία τους είναι ένα διαμέρισμα 120 τ. μ. σε μια πολυκατοικία 25 ετών, στο κέντρο της πόλης.
Παρά τα στενά οικονομικά περιθώρια, οι γονείς τής Ν. Γ. ενοικίασαν το, κάτω από το διαμέρισμά τους, διαμέρισμα των 80 τ.μ. και δημιούργησαν σ’ αυτό το γραφείο τής κόρης τους, ελπίζοντας πως εκείνη θα μπορούσε επαγγελματικά να σταθεί στην αγορά. Αλλά, σε μια εποχή, που μια μετά την άλλη, οι κάποτε ανθηρές μεγάλες κατασκευαστικές εταιρείες έβαζαν λουκέτο, τι θα μπορούσε να προσδοκά μια νέα πολική μηχανικός; Ευτυχώς που οι νομιμοποιήσεις αυθαιρέτων τής έδιναν κάπου – κάπου κάποια δουλίτσα, που βέβαια μόλις και κάλυπτε τις εισφορές των ασφαλιστικών ταμείων.
Οι γονείς ήταν εκεί, να πληρώνουν το ενοίκιο, το ρεύμα, τα υπόλοιπα έξοδα, όπως και τα προσωπικά έξοδα της πάντα χαρούμενης Ν. Γ., η οποία όμως πια έχασε το χαμόγελό της κι αίφνης άρχισε να κάνει παρέα με την κατάθλιψη.
Χειρότερη, όμως, ήταν η κατάσταση του αγαπημένου. Συμφοιτητές στη σχολή, έκαναν όνειρα που έβλεπαν να ξεμακραίνουν ολοένα και περισσότερο. Εκείνος υπάλληλος σε κατασκευαστική εταιρεία, που ζούσε ακόμα χάρη σε κάποιες αναπαλαιώσεις που αναλάμβανε σε παραδοσιακούς οικισμούς. Αλλά πάντα ανεξόφλητος, αφού ούτε τα 400 ευρώ μπορούσαν να του πληρώσουν οι εργοδότες του.
Η λύση ήρθε από την Αγγλία. Ο πρωτότοκος γιος της οικογένειας βρισκόταν εκεί από χρόνια. «Ελάτε εδώ… Κάτι θα βρείτε να κάνετε…», πρότεινε.
Το ίντερνετ βοήθησε στην αποστολή βιογραφικών. Κάποιες εταιρείες ανταποκρίθηκαν σχεδόν αμέσως. Οι δυο νέοι φορτωμένοι βαλίτσες βρέθηκαν στον δρόμο της μετανάστευσης. Είχαν την ατυχία να μην πάρουν τη γνώμη τού κ. Κώστα Καζάκου, άλλωστε κι εκείνος δεν είχε την ευκαιρία να μιλήσει περί εθνικής προδοσίας, πιο πριν.
Η Ν. Γ. και ο καλός της, κλείνοντας τρία χρόνια στο Λονδίνο, αγόρασαν τη δική τους μεζονέτα, συμπληρώνοντας τα χρήματα που είχαν αποταμιεύσει μ’ ένα στεγαστικό δάνειο.  Κάθε πρωί έλεγε και λέει καλημέρα στη μαμά της, τη βεβαιώνει ότι είναι χαρούμενη και ξεκινά για τη δουλειά της. Στην Ελλάδα επιστρέφουν ακόμα και όταν έχουν άδεια μιας εβδομάδας. Μιλούν για τις παρέες τους στην αγγλική πρωτεύουσα που αποτελούνται σχεδόν αποκλειστικά από Έλληνες, συμφοιτητές τους ή και συμπατριώτες τους.
Δεν νιώθουν μοναξιά. Μόνο κάποιον αδιόρατο φόβο από τις τρομοκρατικές ενέργειες, αλλά αν είναι να σε βρει το κακό…
Πιο πολύ φόβο νιώθουν, εδώ στη Λάρισα, οι γονείς. Καθηλωμένοι στην τηλεόραση, με το τηλέφωνο στο χέρι.
Προχθές η Ν. Γ. ακούστηκε σφιγμένη. Το μητρικό ένστικτο κατάλαβε πως κάτι συμβαίνει. Και την πίεσε να της πει, τι είναι αυτό.
Ράγισε η φωνή της Ν. Γ., που παρεμπιπτόντως χειρίζεται άψογα το διαδίκτυο και τις σελίδες τής κοινωνικής δικτύωσης.
«Έχω διαπράξει εθνική προδοσία;», ρώτησε τη μαμά της, που στο κεφάλι της στριφογύριζε η τελευταία τρομοκρατική επίθεση και στην καρδιά της είχε κατοικοεδρεύσει ξανά ο τρόμος.

Έκπληκτη εκείνη τής ζήτησε να επαναλάβει την ερώτηση. Δεν είναι καλή με το διαδίκτυο και δεν έτυχε να διαβάσει τη δήλωση του δημοφιλούς ηθοποιού.
Η κόρη εξήγησε στη μάνα τι είχε διαβάσει. «Όλα τα παιδιά, εδώ, αυτό συζητάμε. Και νιώθουμε πιο Έλληνες εδώ, απ’ ό,τι νιώθαμε στην Ελλάδα», συμπλήρωσε.
Η μάνα άναυδη άκουγε την κόρη. 

«Θέλω ν’ ακούω, μόνο, πως είσαι καλά… Πως δεν κινδύνευσες, πως δεν κινδυνεύεις», της απάντησε. Και συμπλήρωσε: «Μόνο εγώ ξέρω πόση Ελλάδα έχεις στην καρδιά σου…»
Δεν έχω να γράψω τίποτα άλλο για σήμερα, παρά μόνο να συμπληρώσω πως η μικρή αυτή ιστορία είναι πέρα για πέρα πραγματική…

Δεν υπάρχουν σχόλια