Breaking News

Η Ευρώπη τού μίσους;



Από τον Άγγελο Πετρουλάκη

Ο αιώνας που πέρασε, ήταν για την Ευρώπη αιώνας τού μίσους. Ξεκινώντας από τους Βαλκανικούς Πολέμους, που σταθεροποίησαν τα σύνορα των κρατών που ήδη είχαν δημιουργηθεί, με τελευταία την Αλβανία, φτάνουμε, το 1914, στον Μεγάλο Πόλεμο, πια γνωστός ως Πρώτος Παγκόσμιος, κατά τον οποίο τα ευρωπαϊκά κράτη χιμούν το ένα πάνω στο άλλο με πρωτοφανή βαρβαρότητα και αγριότητα.
Ο πόλεμος είναι ολοκληρωτικός και οι καταστροφές ασύλληπτες. Η μάχη τού Βερντέν, μόνο, άφησε πίσω της περισσότερους από 300.000 νεκρούς και 500.000 τραυματίες στρατιώτες, ενώ η μάχη τού Σομμ περισσότερους από ένα εκατομμύριο νεκρούς μέσα σε τέσσερις μήνες. Μόνο σε μια μέρα οι Βρετανοί είχαν χάσει 57.470 άντρες.
Βερντέν - Η κόλαση...
 Με το τέλος τού πολέμου η Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία σχεδόν εξαφανίζεται από τον χάρτη, η Ρωσία κουτσουρεύεται εδαφικά, η Γερμανία ακρωτηριάζεται και ταπεινώνεται. Ο νέος άνθρωπος που εμφανίζεται ως Ευρωπαίος, είναι ένας άνθρωπος καταμακελεμένος, αιματοβαμμένος,  απελπισμένος.
«Είμαι νέος, μόλις έκλεισα τα 20∙ από τη ζωή δεν ξέρω παρά μόνο την απελπισία, τον θάνατο, τον φόβο και μια αλυσίδα από ανόητες επιπολαιότητες, πάνω από μια άβυσσο πόνων και θλίψεων. Βλέπω λαούς να ορμούν σε άλλους λαούς, να σκοτώνουν και να σκοτώνονται, χωρίς ούτε κι εκείνοι να ξέρουν το γιατί, υπακούοντας σ’ αυτούς που τους στέλνουν, χωρίς συναίσθηση του κινδύνου ή της ευθύνης τους», γράφει ο Έριχ Μαρία Ρεμάρκ στο μνημειώδες «Ουδέν νεώτερον από το Δυτικόν Μέτωπον».
Οι νεκροί που έχει πίσω του ο άνθρωπος ο οποίος επιζεί τού γενικού αφανισμού, φτάνουν σε ασύλληπτους αριθμούς. Το ίδιο και οι καταστροφές σε υποδομές. Αυτός ο άνθρωπος καλείται να συνεχίσει τη ζωή του σ’ ένα περιβάλλον τρόμου, με την ταπεινωμένη Γερμανία να ψάχνει για εκδίκηση και να οδηγεί την Ευρώπη, είκοσι χρόνια μετά το τέλος τού Πρώτου Παγκοσμίου, στον Δεύτερο Μεγάλο Πόλεμο.
Όμως, ήδη από το 1917, η Ανατολική Ευρώπη αλλάζει πρόσωπο και η Ρωσία αλλάζει τα πολιτικά δεδομένα. Το αίμα, εξακολουθεί να ρέει. Ο ρωσοπολωνικός πόλεμος, καθώς και ο ελληνοτουρκικός τού 1919-1922, ανοίγουν εκατοντάδες χιλιάδες τάφους.
***
Στη δεκαετία τού 1920, η Γερμανία γνωρίζει τον Χίτλερ, ο οποίος το 1933 γίνεται παντοδύναμος καγκελάριος και αρχίζει να δείχνει τα δόντια του. Η Ευρώπη θα βουτηχτεί ξανά στο αίμα με πρωταγωνιστή τη Γερμανία και πάλι. Αυτή τη φορά η αγριότητα ξεπερνά κάθε φαντασία. Ο θάνατος δεν περιορίζεται μόνο στα πεδία τών συγκρούσεων, αλλά αφανίζει και τους άμαχους πληθυσμούς. «Η τελική λύση» είναι παράγωγο της Γερμανίας τού Χίτλερ και των συνεργατών των, και τα 5.000.000 και πλέον θύματα των Εβραίων, αφηγούνται μια ασύλληπτη βαρβαρότητα, που ξεπερνά ακόμα και τα όρια τής γενοκτονίας.
Η τελική νίκη τής Δημοκρατίας απέναντι στον Φασισμό και τον Ναζισμό, δεν σήμανε και το τέλος τών αναταράξεων, αφού ακολουθεί η αιματηρή είσοδος της Σοβιετικής Ένωσης στην Ανατολική Ευρώπη και η εγκαθίδρυση των κομμουνιστικών καθεστώτων.
Η εγκατάσταση των κομμουνιστικών καθεστώτων σε Πολωνία, Ουγγαρία και τις άλλες ανατολικές χώρες δεν έγινε αναίμακτα. Νέα ποτάμια αίματος για την υπόταξη των αντιφρονούντων, καθώς ο σοβιετικός στρατός προχωρούσε προς το Βερολίνο, βαφτίζοντας όλους όσοι αντιδρούσαν στην επικράτηση του καθεστώτος που επιδίωκαν οι στρατηγοί του Στάλιν, ως φιλοναζί και συνεργάτες των Γερμανών και εξοντώνοντάς τους. Άλλωστε στην Πολωνία οι Ρώσοι είχαν αφήσει παρακαταθήκες θανάτου, με τη σφαγή τού Κατίν, το 1939, και τη δολοφονία των 21.000 Πολωνών αξιωματικών. Βέβαια, οι σφαγές στο Πόζναν της Πολωνίας κατά τη νικηφόρα προέλαση του Σοβιετικού Στρατού, ξεπέρασαν κατά πολύ το Κατίν, αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία.
Κατίν - Η ντροπή της ιστορίας...
 Ακολουθεί η άλλη μορφή αντιπαράθεσης, που έμεινε στην Ιστορία ως Ψυχρός Πόλεμος. Οι κτηνωδίες συνεχίζουν να υπάρχουν, αλλά πλέον αυτές είναι εσωτερική υπόθεση της Σοβιετικής Ένωσης και των δορυφόρων της. Οι χιλιάδες νεκροί αφορούν πλέον μόνο τους «αντιφρονούντες». Πρώτη θερμή αναμέτρηση του πολέμου αυτού, θεωρείται ο Ελληνικός Εμφύλιος.
Όμως, από το 1989 και μετά, ο ερυθρός ολοκληρωτισμός, (ο Κομμουνισμός δηλαδή), σαρώνεται εκ των έσω, και η Ευρώπη μπορεί πλέον να ισχυρίζεται ότι, σχεδόν στο σύνολό της, είναι περισσότερο ή λιγότερο δημοκρατική.
Δημοκρατική μεν, κουρασμένη δε.
Εξαντλημένο και το όνειρο για μιαν ενωμένη Ευρώπη, ένα όνειρο που αχνοφάνηκε μετά το 1950 και πήρε σάρκα και οστά μέσα στις δεκαετίες που ακολούθησαν. Πρωταγωνιστής στη νέα κατάσταση, η Γερμανία. Για τρίτη φορά μέσα σ’ έναν αιώνα, αναδείχτηκε ο μεγάλος παίκτης. Ειρηνικά αυτήν τη φορά. Αυτή τη φορά, το υπερόπλο της ήταν η Οικονομία. Δυστυχώς.
 Καραμανλής και Αντενάουερ. Βόννη, 1959.
 Το 1987 ο Γάλλος φιλόσοφος Εντγκάρ Μορέν μιλούσε για μια Ευρώπη «διαλογική». Έλεγε πως η Ευρώπη πρέπει να είναι ικανή να εκφράσει, να πραγματοποιήσει, να παρουσιάσει ένα πράγμα και το αντίθετό του, να ωθήσει τη διαλεκτική στο υψηλότερο επίπεδο: «Το ευρωπαϊκό πνεύμα δεν έγκειται μόνο στον πλουραλισμό και την αλλαγή, αλλά στον διάλογο των πλουραλισμών που γεννούν την αλλαγή. Δεν έγκειται στη γέννηση του νέου ως τέτοιου, αλλά στον ανταγωνισμό του παλαιού με το νέο».
Η Ευρώπη, μπαίνοντας στον 21ο αιώνα αφήνει πίσω της ένα «παλαιό» που έχει κληροδοτήσει στις επόμενες γενιές 20 χρόνια ιταλικού φασισμού, 12 χρόνια γερμανικού ναζισμού και 6 χρόνια χιτλερισμού (με εκατομμύρια νεκρούς εκτός Γερμανίας), 7 χρόνια εθνικοχριστιανισμού στην Ελλάδα, 36 χρόνια φρανκισμού στην Ισπανία, 48 χρόνια σαλασαρισμού στην Πορτογαλία, 74 χρόνια κομμουνισμού στη Ρωσία, 40 χρόνια κομμουνισμού στην Ανατολική Ευρώπη, με τη φιλελεύθερη δημοκρατία να θριαμβεύει, με σύνορα ανοιχτά και κοινό νόμισμα. Θα έπρεπε να χαμογελά…
***
Η μικρή Ελλάδα, βγαίνοντας από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, είχε ν’ αντιμετωπίσει τη δική της εσωτερική αθλιότητα∙ έναν άλλο εφιαλτικό πόλεμο, τον Εμφύλιο, αλλά και, λίγο αργότερα, μια δικτατορία. Το όνειρό της για ανάπτυξη άρχισε να παίρνει σάρκα και οστά μέσα από λαϊκίστικες μεθόδους, με πολιτικές ηγεσίες που έπεσαν θύματα των ίδιων των έργων τους. Μέχρι που κάποια μέρα αποδείχθηκε πως το όνειρο αυτό ήταν μια μεγάλη φούσκα.
Η φούσκα έσκασε και, πλέον, όσοι από τους ξένους είχαν βοηθήσει τη δημιουργία της με τον δανεισμό μας, μας ζητούν τα δικαιούμενα. Άλλωστε ποτέ κανείς δεν χαρίζει δανεικά. Όπως ποτέ κανείς δεν δανείζει με φιλόστοργα αισθήματα. Φιλικά, ναι, φιλόστοργα, όχι.  Με τη Γερμανία να κρατά το κλειδί τής… ευτυχίας. Μια Γερμανία που πλέον ξέρει καλά τι χρειάζεται η ελληνική οικονομία για να ορθοποδήσει, αλλά δεν το εφαρμόζει, οδηγώντας την Ελλάδα στην πλήρη καταστροφή. Γιατί;
Σόιμπλε, ο ρυθμιστής...
 Η προσωπική μου άποψη θ’ ακουστεί απλοϊκή: Η Γερμανία, δηλαδή το δίδυμο Μέρκελ - Σόιμπλε, εκδικείται. Εκδικείται όλους όσοι τη διαολόστελναν και την απειλούσαν. Όλους όσοι πίστευαν πως θα την ταπείνωναν. Και πλέον παίρνει το αίμα της πίσω. Και μάλιστα με μεγάλες ρουφηξιές. Αδιαφορώντας αν την πολιτική της την εισπράττει ένας ολόκληρος λαός, και όχι μόνο εκείνοι που φώναζαν «go back κυρία Μέρκελ».
Ο κ. Τσίπρας στις 8.39 το πρωί τής 2ας Μαΐου του 2014, με ανάρτηση στο twitter έγραφε: «Go back, κυρία Μέρκελ, κύριε Σόιμπλε, κυρίες & κύριοι της συντηρητικής νομενκλατούρας της Ευρώπης. Η Ελλάδα δεν είναι πειραματόζωο».
Τελικά, η Γερμανία, όχι μόνο δεν έφυγε, αλλά εδραίωσε ακόμα περισσότερο την κατοχή της, έτσι ώστε όλες οι αποφάσεις που παίρνονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο, να απηχούν τη θέληση τού κ. Σόιμπλε, έστω και αν κάποιοι ηγέτες άλλων χωρών έχουν άλλη άποψη. Αλλά, η Μέρκελ και ο Σόιμπλε, τραβώντας το αυτί τού πρωθυπουργού Τσίπρα, έδιναν μια γερή γροθιά στο στομάχι τού απλού Έλληνα πολίτη. Και αυτό είναι άδικο.


***
Η Ελλάδα συνεχίζει να αναστενάζει. Ο αναστεναγμός της είναι διαρκής και οδυνηρός. Πληρώνει δικά της λάθη τού παρελθόντος, αλλά κι ένα μίσος εκδίκησης. Είναι άγνωστο πού θα οδηγήσει η εξαθλίωση. Ο Γερμανός πολιτικός δεν θέλει να καταλάβει ότι πριν από μισόν αιώνα η Ελλάδα συγχώρησε τα εγκλήματα της πατρίδας του απέναντι στους Έλληνες, και πως οφείλει κι αυτός με τη σειρά του να συγχωρήσει μιαν άφρονα πολιτική τών Ελλήνων. Είναι το ελάχιστο που οφείλει να κάμει, δεδομένων όλων εκείνων των ανήκουστων που η πατρίδα του έπραξε εις βάρος μας στον Δεύτερο Παγκόσμιο. Αλλά και δεδομένης της συνενοχής και της δικής του πατρίδας, η οποία σιωπηλά επικροτούσε τις διαπλοκές τών γερμανικών εταιρειών με τους Έλληνες πολιτικούς.
Στην ελληνική φούσκα είχαν το μερτικό τους και οι Ευρωπαίοι τραπεζίτες, πολιτικοί, δανειστές, καθώς και εταιρείες. Με το αζημίωτο. Τώρα, όλοι αυτοί ζητούν να πληρώσει τα σπασμένα ο ελληνικός λαός, όχι οι εταίροι τους, δηλαδή οι πολιτικοί. Ίσως μ’ αυτούς παραμένουν ακόμα φίλοι. Ίσως και να έχουν κοινά συμφέροντα. Όμως η εξαθλίωση της κοινωνίας απειλεί και τις δικές τους ισορροπίες.
Δυστυχώς, η δική μας φωνή δεν φτάνει μέχρι τ’ αφτιά τού Σόιμπλε. Αν έφτανε, θα του θύμιζα πως και ο Χίτλερ κάποτε κρατούσε στα χέρια του την τύχη πολλών λαών. Ανάμεσα στα τόσα δεινά που προκάλεσαν οι συμπατριώτες του στη χώρα μας, ήταν και η καταλήστευση του πλούτου της. Όμως, το τέλος τού Χίτλερ ήταν τραγικό. Όπως και πολλών συνεργατών του. Αυτό το τέλος θα του θύμιζα. Θα του θύμιζα επίσης πως στο τέλος τού πολέμου η Γερμανία ισοπεδώθηκε από τους Σοβιετικούς, κατά βάση, τους Αμερικανούς και τους Βρετανούς. Όχι από τους Έλληνες. Η Ελλάδα δεν προξένησε ζημιές εκδίκησης στους ηττηθέντες. Και οι αποζημιώσεις που της δόθηκαν ήταν ψίχουλα, μπροστά στην ερήμωση που είχε υποστεί, όχι μόνο με ευθύνη ενός ανθρώπου, του Χίτλερ, αλλά δεκάδων χιλιάδων πιστών του, που πολεμούσαν για τη μεγάλη Γερμανία.
***
Είναι άδικο για τους Έλληνες να εφαρμοστεί και γι’ αυτούς η πολιτική μιας ιδιόμορφης «τελικής λύσης». Η Ελλάδα πρέπει να στηριχθεί και να υποστηριχθεί. Η Ευρώπη πρέπει να μεταθέσει τα σύνορά της στο Αιγαίο, απαλλάσσοντας την Ελλάδα από τις εξοπλιστικές της ανάγκες. Η Ευρώπη πρέπει να επενδύσει στον ελληνικό πολιτισμό τού Αιγαίου, να τον αναδείξει. Να διαφυλάξει την ελληνική παράδοση, την ελληνική διατροφή, τα ελληνικά προϊόντα. Πρέπει να «αναγκάσει» τους Έλληνες να γίνουν πρωτοπορία και να διδάξουν τη φιλοσοφία τού φωτός. Έχει τους τρόπους, μπορεί να βρει τα μοντέλα. Γιατί η Ευρώπη χρειάζεται την Ελλάδα, όχι για τις δεκάρες της, αλλά για έναν βαθύτερο συνεκτικό ιστό, που ξεκίνησε πριν 3.000 και αφυπνίστηκε μετά από έναν βαθύ και μακρύ ύπνο, με την Αναγέννηση και τον Διαφωτισμό.
Χωρίς την Ελλάδα η Ευρώπη θα μείνει με τους φιλοσόφους τών αδιεξόδων, με τους οικονομολόγους τών ψυχοφαρμάκων, τους έγκλειστους των βροχερών πρωινών και των μουντών ουρανών. Δεν έχει η Ευρώπη ακρογιάλια για να περπατά ξυπόλητος ο ερωτευμένος άνθρωπος τις γλυκές νύχτες τού καλοκαιριού, ούτε τις νοστιμιές τού ελληνικού μπαρμπουνιού και του κρίταμου.
Το 1945 όταν οι νέοι Γερμανοί ηγέτες πήραν τις τύχες τής κατεστραμμένης πατρίδας τους στους ώμους τους, έσπευσαν να ξεκαθαρίσουν ότι όλοι οι Γερμανοί δεν ήταν Ναζί και ότι από τους Ναζί υπέφεραν και οι Γερμανοί. Τον Αντενάουερ τον θυμάται η ευρωπαϊκή ιστορία.
Και οι νικητές έδειξαν μεγαλοψυχία και γενναιοδωρία.
Το 2017 οι Γερμανοί και οι δορυφόροι τους οφείλουν να παραδεχτούν ότι δεν είναι όλοι οι Έλληνες ιδεοληπτικοί και ανακόλουθοι, και κλέφτες. Οφείλουν να παραδεχτούν πως η πλειοψηφία του Ελληνικού λαού είναι τίμιοι πολίτες, εργατικοί και φιλοπρόοδοι. Και έχουν χρέος να τους προστατεύσουν.
Έχουν πολλά να διδαχτούν, ακόμα, από τους Έλληνες, όχι τους μιζαδόρους που συνεργάστηκαν στον παρελθόν, αλλά τους αξιοπρεπείς και τους υπερήφανους. Γιατί δεν το κάνουν; Θέλουν να κρύψουν και δικές τους ατασθαλίες; Είναι, οι πολιτικοί, υποχείρια των βιομηχάνων; Είναι τόσο το μένος τους για εκδίκηση;
Στη Γαλλία ένας αντισυμβατικός νεαρός, που δεν ντράπηκε να βρει την ερωτική στοργή σε μια γυναίκα που θα μπορούσε να ήταν μαμά του, υπόσχεται το όραμα μιας νέας Ευρώπης, χωρίς δεσμεύσεις από ιδεοληψίες. Ίσως να είναι ο άνθρωπος που θα δείξει έναν νέο δρόμο, αυτόν που δεν θέλει ν’ ανακαλύψει ο ορθολογιστής Σόιμπλε…
Για να πάψει να είναι η Ευρώπη σαλόνια του μίσους…
Μακρόν. Η ελπίδα;










Δεν υπάρχουν σχόλια