Breaking News

ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ


---------------------------------------
Από τον Άγγελο Πετρουλάκη
---------------------------------------

Τα μεγάλα βιβλία είναι μεγάλα γιατί αντέχουν στον χρόνο.
Και αντέχουν στον χρόνο γιατί αφηγούνται σημαντικές καταστάσεις,
αλλά και γιατί οι συγγραφείς τους δεν αναζητούν τον εντυπωσιασμό.
Όποια στιγμή κι αν τα ανοίξει ο αναγνώστης,
το άρωμά τους βρίσκεται εκεί,
ικανό να χαρίσει πρωτογενείς συγκινήσεις.

Ο σημαντικός Δημήτρης Στεφανάκης…
Ξαναδιαβάζοντας το «Μέρες Αλεξάνδρειας»
Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ


Επέστρεψα στον Δημήτρη Στεφανάκη σε κάποια στιγμή που έψαχνα μια αφήγηση ρεαλιστική, κουρασμένος από βιβλία που φανέρωναν έντονα το άγχος τού συγγραφέα να εντυπωσιάσει.
Πιστεύω πως μια από τις παθογένειες της λογοτεχνίας είναι η αναζήτηση της δήθεν ανατροπής, έτσι ώστε ο συγγραφέας να θεωρεί πως μ’ αυτόν τον τρόπο θα κάνει ελκυστικό το ανάγνωσμα στους βιβλιόφιλους. Η εισαγωγή του ψέματος και της υπερβολής τραυματίζει τον μύθο ως παραγωγικό στοιχείο τής αφήγησης. Δεν είναι λίγα τα ευφάνταστα μυθιστορήματα που κατακλύζουν την αγορά, στα οποία το ψέμα αποθεώνει το δήθεν ταλέντο τού συγγραφέα.
Ξαναπήρα, λοιπόν, δέκα και περισσότερα χρόνια μετά, το «Μέρες Αλεξάνδρειας». Σαββατοκύριακο, σ’ ένα ήσυχο παραθαλάσσιο καφενείο τού Αγιοκάμπου. Ήξερα πως η δεύτερη ανάγνωση, κάποιες φορές, προσφέρει περισσότερα από την πρώτη. Τουλάχιστον όταν έχουμε να κάνουμε με βιβλία που έχουν να πουν πολλά.
Η φίλη, που κάθισε στο τραπέζι μου, ήταν κάθετη: «Αυτό το βιβλίο έγινε αιτία ν’ αγαπήσω τον Στεφανάκη…»
Της επισήμανα πως έχουμε να κάνουμε μ’ έναν συγγραφέα που ήδη κάνει καλή πορεία εκτός των ελληνικών συνόρων και ήδη έχει τιμηθεί με δυο πολύ σημαντικές λογοτεχνικές διακρίσεις, άρα έχουμε να κάνουμε μ’ έναν σημαντικό εργάτη τού λόγου και, πιο συγκεκριμένα, του μυθιστορήματος.

Η λογοτεχνία είναι ένα τεράστιο χωνευτήρι απόψεων, τάσεων, ιδεών και προτάσεων, το οποίο δεν κάνει τίποτα περισσότερο από το ν’ αφηγείται τι είναι η ζωή. Αλλά, συχνά, αυτή η αφήγηση μας δείχνει ανάποδα και τη ζωή και την ουσία της. Και τότε δεν προσφέρει παρά την παράνοια και τη νοσηρότητα. Δεν είμαι υπέρ αυτής της λογοτεχνίας. Θέλω τη λογοτεχνία γόνιμη, όχι εξομολογητήριο παθών και δρόμο στον οποίο παραπαίουν ανθρώπινες ζωές. Αναζητώ τη δική μου λύτρωση μέσα από τις σελίδες της.
Με τον Δημήτρη Στεφανάκη τα πράγματα ξαναβρίσκουν την αλήθεια και το μυθιστόρημα τοποθετείται στην (κατ’ εμέ) υγιή του βάση, δηλαδή στο να είναι μια αφήγηση με αρχή, μέση και τέλος, ακολουθώντας τον γραμμικό χρόνο, δηλαδή, αυτόν που ακολουθεί η ίδια η ζωή.
Αναγνωρίζω στον Στεφανάκη όλα τα στοιχεία τού εργάτη τής έρευνας. Δεν αερολογεί, δεν καταφεύγει σε από μηχανής θεούς. Σκάβει την ιστορία και την αναδεικνύει. Δίνει τη ρεαλιστική διάσταση των γεγονότων που διαμορφώνουν το χρονικό πλαίσιο και την ιδεολογία μιας μυθιστορίας. Και αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό.
Δεν είναι λίγοι που συχνά μιλούν απαξιωτικά για τη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία. Δεν ανήκω σ’ αυτούς. Υποστηρίζω πως, αρκετοί από τους σύγχρονους συγγραφείς, ξεπερνούν τον χαρακτηρισμό «επαρχιωτισμός», που κάποιοι επιμένουν να τον κραδαίνουν, κάνοντας αφ’ υψηλού κριτική.
Ο Δημήτρης Στεφανάκης έχει τη στόφα τού διεθνούς. Το αν δεν μεταφράστηκε σε δεκάδες γλώσσες και δεν πούλησε κάποιες εκατοντάδες αντίτυπα στην Ευρώπη είναι άλλο θέμα. Αλλά είναι διεθνής. Όχι γιατί αναφέρεται σ’ εποχές που αφορούν περισσότερες χώρες και διεθνείς καταστάσεις, αλλά γιατί η γραφή του είναι οικουμενική.
Στην προκειμένη μυθιστορία, το «Μέρες Αλεξάνδρειας», δημιουργεί ένα δικό του περισκόπιο, μέσα από το οποίο  βλέπει τον κόσμο, όπως αυτός διαμορφώθηκε  από τα χρόνια του Α΄ Παγκόσμιο Πολέμου και μέχρι τις αρχές τής δεκαετίας τού ’50. Είναι η οπτική τής Αλεξάνδρειας, μιας πόλης με ιδιαίτερο ρόλο στον Ελληνισμό. Μέσα από τη ζωή κάποιων Ελλήνων τής Αλεξάνδρειας ‘‘περπατά’’ στη Ευρώπη τού Μεσοπολέμου, σκάβει τα πολιτικά ρεύματα που τη διαπέρασαν, αγγίζει τις ιδεολογίες που διαμόρφωσαν το σώμα της, ποτίζοντάς το – και στους δυο πολέμους – με άφθονο αίμα.

Η τέχνη τού συγγραφέα είναι να μετατρέπει να στεγνά ιστορικά δοκίμια σε χαρισματική αφήγηση, να μετατρέπει την ιστορία σε παραμύθι αλήθειας, δημιουργώντας απ’ την αρχή τον κόσμο.
Ο Δημήτρης Στεφανάκης αποδεικνύει πως ξέρει ότι όλα πρέπει να στηθούν από την αρχή. Και επινοεί πρόσωπα, που μπορούν να κινήσουν την ιστορία στις πραγματικές της διαστάσεις.
Επισημαίνω κάποια ιδιαίτερα στοιχεία τού βιβλίου και κάποιες ιδιαιτερότητες του συγγραφέα. Τα πρόσωπα ανήκουν την ανθοφορούσα ελληνική κοινότητα της Αλεξάνδρειας, μιας πόλης που στις αρχές τού περασμένου αιώνα αντιπροσώπευε την έννοια του πολυπολιτισμικού. Δίπλα στους υπερδραστήριους Έλληνες επιχειρηματίες κινούνταν Αιγύπτιοι που προσπαθούσαν να ενταχθούν στην εποχή τους, Άγγλοι, Γάλλοι και Γερμανοί που πάσχιζαν να εκμεταλλευτούν για λογαριασμό τους ό,τι καλύτερο και άτομα χωρίς εθνικότητα που έψαχναν μόνο το χρήμα. Κάτω απ’ αυτούς κινούνταν οι αυτόχθονες, αυτοί που υπηρετούσαν τους ισχυρούς, βυθισμένοι σε μια απερίγραπτη φτώχεια. Έτσι, λοιπόν, θα πω, ότι ο Δημήτρης Στεφανάκης, αποδεικνύεται άριστος αφηγητής τής αθέατης ιστορίας τού συγκεκριμένου τόπου, μισόν περίπου αιώνα πριν στον τόπο αυτόν γίνουν αφεντικά οι ίδιοι οι Αιγύπτιοι.
Αποδεικνύεται, επίσης, άριστος ιχνογράφος τής ζωής μιας ιδιαίτερης κοινωνίας, που την απασχολούσε η παραγωγή χρήματος, οι κοσμικές συγκεντρώσεις και η επίδειξη μιας άνετης ζωής, ενώ την ίδια στιγμή, για κάποιους η ζωή δεν είχε και πολύ αξία.
Παράλληλα αποδεικνύεται ευαίσθητος αφηγητής τής αρχαιολογικής περιπέτειας μιας χώρας με πλούσιο πολιτιστικό παρελθόν, της ταύτισης των αρχαιολόγων με τα ευρήματά τους και την προσπάθεια των αρχαιοκάπηλων να πλουτίζουν σε βάρος τής ιστορίας.
Αποδεικνύεται επίσης εξαιρετικός ξεναγός τής ελληνικής παροικίας στην Αίγυπτο.
Η εξιστόρηση των γεγονότων πολλές δεκαετίες μετά, η ανάλυση της καθημερινότητας που δημιούργησαν τα γεγονότα, η σύνθεση των δράσεων σ’ ένα ενιαίο ιστορικό αφήγημα με την επινόηση κεντρικών προσώπων που βιώνουν τις αθέατες διαδικασίες τής ιστορίας, είναι η αλήθεια που διατρέχει ολόκληρο το μυθιστόρημα.
Οι πρωταγωνιστές – κεντρικοί άξονες – δε βιώνουν τον πόλεμο στο μέτωπο των συγκρούσεων, δεν αντιπαρατίθεται με τον θάνατο, με τον τρόμο τής χωρίς επιστροφής στιγμής. Ούτε καν υπόκεινται στο βάσανο της πείνας και της κακουχίας.
Ζουν τις παρενέργειες και τα αποτελέσματα του πολέμου. Ζουν την άνοδο και την πτώση τους. Κάποιοι απ’ αυτούς βιώνουν και μια κάποια ανησυχία για τον μέλλον τους, καθώς τα σύννεφα της διεθνούς αναταραχής, από τις αρχές τού αιώνα και μετά, ήταν μόνιμα εγκαταστημένα στον ουρανό της Ευρώπης και όχι μόνο.
«Στη Γερμανία οι ναζί άνοιγαν στρατόπεδα συγκέντρωσης για τους αντιπάλους τους και έκαιγαν τα απαγορευμένα βιβλία, τη στιγμή που η προοδευτική διανόηση εγκατέλειπε τη χώρα και το Ράιχσταγκ γινόταν παρανάλωμα του πυρός. {…}
»Στην Περσέπολη, την αρχαία πρωτεύουσα της Περσίας, οι αρχαιολόγοι είχαν ανακαλύψει τα ανάκτορα του Ξέρξη και του Δαρείου…
»Στη Σοβιετική Ένωση ο Στάλιν σκλήρυνε ακόμα περισσότερο τη στάση του, στην Άπω Ανατολή η Ιαπωνία ξεδίπλωνε το ιμπεριαλιστικό της όραμα σε βάρος της Κίνας και στις Ηνωμένες Πολιτείες κάποιος ονόματι Τζουζέππε Ζινγκάρα αποπειράθηκε να δολοφονήσει τον πρόεδρο Ρούσβελτ. Στην Ελλάδα, κίνημα Πλαστήρα με την υποστήριξη των βενιζελικών…»
Από την Αλεξάνδρεια, που βρισκόταν πιο κοντά στην Ευρώπη, παρά στην Αφρική, και που εισέπραττε τις παρενέργειες του Εθνικού Διχασμού, στην Κωνσταντινούπολη, στο Βερολίνο που ζούσε την άνοδο του Χίτλερ, στο Παρίσι τού Μεσοπολέμου, αλλά και στην εμφυλιοπολεμική Ισπανία και στην Αθήνα των προπολεμικών χρόνων…
Από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και την Ελλάδα τού Διχασμού, στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και στην τιτάνια αναμέτρηση του Ρόμελ με τον Μοντγκόμερι…
Από τον πόλεμο των κατασκόπων στα πολυτελή πορνεία τής κοσμοπολίτικης Αλεξάνδρειας…
Αυτά και μόνο φτάνουν για να κατανοήσει ο αναγνώστης τις προθέσεις τού συγγραφέα. Που είναι να τον εισάγει στην ορθή θέαση της ιστορίας τών ανθρώπων. Που σημαίνει ότι είμαστε υποχρεωμένοι να γνωρίζουμε τους λόγους για τους οποίους το άτομο πρέπει ν’ αναζητά την ουσία τής ζωής. Και ο συγγραφέας να μην διστάζει να αναλώσει μεγάλα κομμάτια της ενέργειάς του στην έρευνα και στη δημιουργία ολοκληρωμένων ψυχογραφημάτων, χωρίς να καταφεύγει σε υπερβολές.
Για τούτο και χαρακτηρίζω το «Μέρες Αλεξάνδρειας» μεγάλο μυθιστόρημα, πλήρες, ικανό όχι μόνο να διδάξει δημιουργική γραφή (που είναι της μόδας), αλλά πολλά ακόμα. Σταχυολογώ:
«Είχαν περάσει πολλά χρόνια από τότε που ο Κωστής είχε επινοήσει τη ‘‘ζωή της πίσω πόρτας’’ (ερωτικές συνευρέσεις με νεαρές πάμφτωχες κοπέλες), προσπαθώντας να συλλάβει την πολυσημία της αιγυπτιακής καθημερινότητας. Ό,τι είχε απομείνει από εκείνον το θαυμαστό κόσμο της παιδικής ηλικίας ήταν ένα μείγμα αναμνήσεων και μαγείας, όπου με τον καιρό εξοστράκιζε απλώς τους νεκρούς, τους ανεπιθύμητους και τους διαφορετικούς… {…}
»…το 1947, όταν ξέσπασε η επιδημία τής χολέρας στην Αίγυπτο, αντιλήφθηκε για πρώτη φορά πως ό,τι παρακολουθούσε κάποτε στους δρόμους αυτής της πόλης με την αφέλεια ενός εκστασιασμένου παρατηρητή ίσως να μην ήταν απλώς ένα πολύχρωμο πανηγύρι, αλλά κι ένας κόσμος ένδειας και απίστευτης αθλιότητας που μάστιζε πολλούς συνανθρώπους του. {…}
»…Ο κόσμος πεινάει Κωστή (λόγια μητέρας προς γιο). Είναι απίστευτη η φτώχεια που δέρνει τους ανθρώπους. {…} Ζήσαμε τόσα χρόνια σ’ έναν κόσμο σπατάλης και επίδειξης, αγνοώντας την αγωνία χιλιάδων συνανθρώπων μας… {…}
»…αισθάνομαι πως εξαγόρασα την ευδαιμονία μου με τη δυστυχία εκατοντάδων ανθρώπων… {…}
»…νιώθω πως έχουμε εγκληματήσει απέναντι σε τόσους ανθρώπους και το χειρότερο είναι ότι δεν πρόκειται να πληρώσουμε γι’ αυτό. Ίσα ίσα, θα παρασημοφορηθούμε για το γεγονός ότι καταρτίσαμε καταλόγους απόρων που ευεργετούνται από τα φιλανθρωπικά μας σωματεία. Τι υποκρισία κι αυτή…»
Ξαναδιαβάζοντας το «Μέρες Αλεξάνδρειας» ήταν σαν να το διάβαζα πρώτη φορά. Περιγραφές ολοζώντανες, γυναικείες παρουσίες έντονα ερωτικές, πρωταγωνιστές ταυτισμένοι με ανελέητους αγώνες για επιβίωση και κυριαρχία σε περιβάλλοντα ρευστά. Και φτάνοντας στην τελευταία του σελίδα, έσφιξα νοερά το χέρι τού συγγραφέα, δίνοντάς του ειλικρινή συγχαρητήρια…
20/6/2019



Δεν υπάρχουν σχόλια