ΛΟΓΟΣ τρίτος - Α 10
Μένεις απόκοσμη
στα χέρια σου κρατώντας ασκούς του Αίολου,
στα μάτια σου κλείνοντας την άρνηση.
Ε σ ύ που πάντα μίλαγες με τα μάτια...
Ε σ ύ που πάντα μίλαγες με την αφή...
Μένεις απόκοσμη
χωρίς να νιώθεις την οδύνη της αναζήτησης.
Μαχαίρι η σιωπή
και η νύχτα αμφίβολη.
Αμφίβολες οι σκιές της λάμπας
σε σχηματοποιούν στην αφηγηματική της ερημιάς
στη θανάσιμη λευκότητα του τοίχου.
Και οι γραφές αμφίβολες.
Σταματημένες σε στίξεις απροσπέλαστες,
αδιάβατες,
όπως το άσπρο χαρτί τις άγονες νύχτες,
τις άδειες από ήχους των βημάτων σου.
Μένεις μετέωρη.
Αόρατοι τοίχοι γύρω σου συντρίβουν τ’ αγγίγματα,
αφήνοντας το τραγούδι μου να στροβιλίζεται ανυπεράσπιστο,
όπως τα κίτρινα φύλλα
στα φθινοπωρινά τοπία των βλεφάρων σου.
Και τώρα
πώς να ζωγραφίσω
με μόνο κίτρινο και γκρι
το πορτρέτο σου;
Πώς να ζωγραφίσω μια καταιγίδα
με τα ματόκλαδά μου φορτωμένα ερημιά;
στα χέρια σου κρατώντας ασκούς του Αίολου,
στα μάτια σου κλείνοντας την άρνηση.
Ε σ ύ που πάντα μίλαγες με τα μάτια...
Ε σ ύ που πάντα μίλαγες με την αφή...
Μένεις απόκοσμη
χωρίς να νιώθεις την οδύνη της αναζήτησης.
Μαχαίρι η σιωπή
και η νύχτα αμφίβολη.
Αμφίβολες οι σκιές της λάμπας
σε σχηματοποιούν στην αφηγηματική της ερημιάς
στη θανάσιμη λευκότητα του τοίχου.
Και οι γραφές αμφίβολες.
Σταματημένες σε στίξεις απροσπέλαστες,
αδιάβατες,
όπως το άσπρο χαρτί τις άγονες νύχτες,
τις άδειες από ήχους των βημάτων σου.
Μένεις μετέωρη.
Αόρατοι τοίχοι γύρω σου συντρίβουν τ’ αγγίγματα,
αφήνοντας το τραγούδι μου να στροβιλίζεται ανυπεράσπιστο,
όπως τα κίτρινα φύλλα
στα φθινοπωρινά τοπία των βλεφάρων σου.
Και τώρα
πώς να ζωγραφίσω
με μόνο κίτρινο και γκρι
το πορτρέτο σου;
Πώς να ζωγραφίσω μια καταιγίδα
με τα ματόκλαδά μου φορτωμένα ερημιά;
Δεν υπάρχουν σχόλια
Δημοσίευση σχολίου