Ένα βιβλίο για τις περιπέτειες της Δημοκρατίας...
ΒΙΒΛΙΟπαρουσίαση
Από τον Άγγελο Πετρουλάκη
‘‘Τα μέσα της
κοινωνικής δικτύωσης
έχουν κάνει
την αντιπροσωπευτική δημοκρατία
να φαίνεται
κίβδηλη.
Οι απατηλές
εκδοχές της που υπάρχουν στο διαδίκτυο
φαίνονται πιο
αληθινές…’’
Ντέιβιντ
Ράνσιμαν:
‘‘Έτσι τελειώνει
η Δημοκρατία;’’
Εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ
Η αρχαία
ελληνική δημοκρατία επιστρέφει…
Ακόμα και σε σύγχρονα πολιτικά μελετήματα η αρχαία
ελληνική / αθηναϊκή δημοκρατία επιστρέφει και αποτελεί ‘‘μέτρο σύγκρισης’’.
2.500 χρόνια μετά, γίνεται και πάλι πεδίο μελέτης, ιδίως όταν ο λόγος αφορά την
άμεση δημοκρατία. Εν τέλει για όλα είχαν μιλήσει οι αρχαίοι Έλληνες. Τίποτα δεν
άφησαν για ν’ ανακαλύψει εξ αρχής ο άνθρωπος των επόμενων γενιών.
Ο Ντέιβιντ
Ράνσιμαν είναι Καθηγητής Πολιτικής στο πανεπιστήμιο του Καίμπριτζ και
πρόεδρος του Τμήματος Πολιτικής και Διεθνών Σπουδών. Είναι ο συγγραφέας τού
βιβλίου «Έτσι τελειώνει η Δημοκρατία;»,
χρήσιμου και ικανού για προβληματισμό. Ο εκλεκτός Καθηγητής στην έδρα τής
Διακυβερνητικής τής Οξφόρδης, Στάθης
Καλύβας, όταν διάβασε σε μια ανάρτησή μου πως είχα ξεκινήσει την ανάγνωση
τού βιβλίου, μου επισήμανε πως «ο τίτλος τελικά δεν ανταποκρίνεται στο
περιεχόμενο…» και είχε δίκαιο. Θα μπορούσε να ήταν «Μεταλλαγμένη Δημοκρατία» ή
κάτι παρεμφερές, αφού εξετάζει την διαδρομή τής εφαρμοσμένης δημοκρατίας στις
μέρες μας, ξεκινώντας από τον πλέον εμφανή εχθρό της: Τα πραξικοπήματα για την
κατάλυσή της. Ως αντιπροσωπευτικό στρατιωτικό πραξικόπημα εξετάζει την κατάληψη
εξουσίας το 1967 από τους συνταγματάρχες στην Ελλάδα.
Ο Ράνσιμαν,
ξεκινώντας από την εκλογή τού Τραμπ
ως Προέδρου των ΗΠΑ, κάνει μια αναδρομή σε δημοκρατικές κοινωνίες και τις
απόπειρες κατάλυσης των δημοκρατικών πολιτευμάτων τους. Με αρχή την αρχαία
Αθήνα τού 400 π.Χ., φτάνει στην Ελλάδα τού 1967, αλλά και τη Γαλλία τού 1961,
όταν μια ομάδα στρατιωτικών απείλησε την γαλλική δημοκρατία, προχωρώντας σε
πραξικόπημα, που εκδηλώθηκε στην Αλγερία, το οποίο κατέστειλε αμέσως ο Ντε
Γκολ.
«Όσο
περισσότερο δεδομένη θεωρείται η δημοκρατία, τόσο πιο πιθανό είναι να
υποσκαφθεί χωρίς να ανατραπεί. Συγκεκριμένα, η εκτελεστική επέκταση – όπου
εκλεγμένοι ιθύνοντες ροκανίζουν τη δημοκρατία ενώ προσποιούνται ότι τη σέβονται
– φαίνεται να αποτελεί τη μεγαλύτερη απειλή για τη δημοκρατία τον 21ο
αιώνα. Φαίνεται να συμβαίνει, μεταξύ άλλων χωρών, στην Ινδία, στην Τουρκία,
στις Φιλιππίνες, στο Εκουαδόρ, στην Ουγγαρία και στην Πολωνία κι ενδεχομένως να
συμβαίνει και στις Ηνωμένες Πολιτείες.
»Η μεγάλη
διαφορά ανάμεσα σε ένα ένοπλο πραξικόπημα και σ’ αυτά τα άλλα είδη του
πραξικοπήματος είναι ότι στο ένα παίζονται μια και έξω όλα για όλα, ενώ τα άλλα
αποτελούν διεργασίες βαθμιαία
κλιμακούμενης επικράτησης…»
Ακολούθως, ο συγγραφέας, εστιάζει σε κράτη με λιγότερο
δημοκρατικά εχέγγυα, όπως η Ζιμπάμπουε, η Τουρκία, η Αίγυπτος, με παράλληλες
αναφορές στην Γερμανία και την Ιταλία τού μεσοπολέμου, αλλά και αναγωγές στις
παρούσες συνθήκες, όπως αυτές διαμορφώνονται από τις πολιτικές Τραμπ και
Ερντογάν, που χρησιμοποιούν έντονα την συνωμοσιολογία για να δικαιολογήσουν τις
αντιδημοκρατικές ρητορικές τους:
«Στην Τουρκία
ο Ερντογάν εξηγεί την όποια πολιτική στρέφεται εναντίον του ως συνωμοσία κατά
του τουρκικού λαού…
[…]
»Όταν η
συνωμοσιολογία γίνεται φιλοσοφία διακυβέρνησης αποκτά μια δυναμική γενικευμένης
αυτοαναπαραγωγής…
[…]
»Το
αποτυχημένο πραξικόπημα στην Τουρκία άφησε τα πάντα μετέωρα γιατί επιβεβαίωσε
όσα ήθελαν να πιστεύουν όλες οι πλευρές. Χρησιμοποιήθηκε για να υποστηριχθεί
τόσο ότι ο Ερντογάν είχε πέσει θύμα συνωμοσίας, όσο και ότι ο ιθύνων νους του
πραξικοπήματος ήταν ο ίδιος…»
Είναι γεγονός
ότι ο Ράνσιμαν παραθέτει περισσότερες
μελαγχολικές διαπιστώσεις, παρά αισιόδοξες, υποστηρίζοντας πως τουλάχιστον στην
Ευρώπη η δημοκρατία παρουσιάζει σημάδια κόπωσης. Η γλώσσα του, βεβαίως, είναι η
γλώσσα τής αλήθειας και έμμεσα καταγγέλλει τις εγγενείς αδυναμίες που έχουν σχέση
με την άψογη λειτουργία τών δημοκρατικών κοινωνιών. Μια απ’ αυτές τις εύστοχες
μελαγχολικές διαπιστώσεις του έχει σχέση με την βία:
«Η σημερινή
δημοκρατία είναι ένα πολιτικό σύστημα που μπορεί να περιορίσει τα αίτια της
βίας, αλλά όχι να αντιμετωπίσει τα προβλήματα που παλιότερα επιλύονταν από τα
ξεσπάσματα της βίας. Είναι εφικτή η μικρή πρόοδος. Η μεγάλη πρόοδος είναι κάτι
φευγαλέο και πάντοτε κινδυνεύει να εκτροχιαστεί από την αντίδραση που προκαλεί
η μικρή πρόοδος…»
Ψιλά γράμματα αυτά σε κοινωνίες που σήμερα ζουν την
αποχαύνωση της διαδικτυακής ηλεκτρονικής επικοινωνίας και οι 98 στους 100
χρήστες τού διαδικτύου το χρησιμοποιούν για να δηλώνουν πού πίνουν καφέ, ή να
σαρκάζουν και την πλέον αγαθή κοινωνική δράση, ή για να δηλώνουν την
σεξουαλικότητά τους. Ωστόσο, όλοι ισχυρίζονται ότι ζουν και απολαμβάνουν την
δημοκρατία.
Αυτή η κοινωνική ύπνωση οδηγεί τον Ράνσιμαν στο να
μπει σε συγκρίσεις με καταστάσεις που βίωσε η ανθρωπότητα εκατό χρόνια πριν,
στην αρχή τού περασμένου αιώνα. Καταφεύγει στο μνημειώδες βιβλίο τού Αυστραλού Κρίστοφερ Κλαρκ, Καθηγητή τής Νεότερης Ευρωπαϊκής
Ιστορίας τού Καίμπριτζ «Οι υπνοβάτες –
Πώς η Ευρώπη πήγε στον πόλεμο το 1914», υποστηρίζοντας πως «συνιστά την απόλυτη σύγχρονη περιγραφή των
εξελίξεων που οδήγησαν στη μεγάλη ακούσια καταστροφή της σύγχρονης εποχής: τον
Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Κανένας δεν τον επιδίωξε πραγματικά. Κανένας δεν κατάλαβε
πώς να τον εμποδίσει. Το ξέσπασμά του δεν ήταν κάτι προμελετημένο. Απρόοπτες
επιλογές, που διαμορφώθηκαν υπό συγκεκριμένες συνθήκες, οδήγησαν ανθρώπους σε
σφάλματα που ήταν, όπως μόνο εκ των υστέρων μπορούσε να φανεί, ολέθρια. Αυτοί
οι υπνοβατούντες πολιτικοί δεν ήταν απλώς μαριονέτες του συστήματος. Μέσα στον
ύπνο τους ελαύνονταν από τις δικές τους σκοπιμότητες, αλλά δρώντας σπασμωδικά
και ασυναίσθητα έσφυζαν από ενέργεια και ζωή, όμως χωρίς επίγνωση της γενικής
εικόνας…»
Μας θυμίζει ο παραπάνω συλλογισμός κάτι από την εποχή μας;
Η δική μου σκέψη πηγαίνει στους σύγχρονους ηγέτες τής Ευρώπης.
Ο Ράνσιμαν,
παραθέτοντας σκέψεις μιας σειράς πολιτικών
αναλυτών, από τον Mark Lilla («Η σαγήνη των Συρακουσών») μέχρι
τον Yuval Noah Harari («Homo Sapiens» κ. ά.) ‘‘περιηγείται’’ στην νέα εποχή «που τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν
κάνει την αντιπροσωπευτική δημοκρατία να φαίνεται κίβδηλη».
«Έχουμε
καταστρέψει κάτι χωρίς να γνωρίζουμε πώς να το αντικαταστήσουμε… Τι απέγινε η
δημοκρατική υπόσχεση της διαδικτυακής επανάστασης; Κάποτε η ψηφιακή τεχνολογία
έδινε την εντύπωση ότι θα μπορούσε να αλλάξει τους κανόνες του παιχνιδιού…
»… θα
μπορούσε να μας προσφέρει νέους τρόπους να υποχρεώνουμε τους πολιτικούς να
λογοδοτούν. Το νεωτερικό κράτος ανέκαθεν επέβλεπε τους πολίτες του. Τώρα
εμφανιζόταν μια τεχνολογία που φαινόταν να παρέχει στους πολίτες τη δυνατότητα
να επιβλέπουν και αυτοί…»,
συλλογίζεται, μάλλον με απογοήτευση, ο Ράνσιμαν. Πώς, όμως, θα μπορούσαν όλα να
πάνε καλύτερα, όταν η διαδικτυακή επανάσταση χρησιμοποιείται από τις μάζες για
να σπαταλούν τις ώρες τους στην εκδήλωση μιας ανόητης εγωπάθειας, που
εξαντλείται σε ηλίθιες αυτοπροβολές;
Και όμως, κατά τον Ράνσιμαν η νεωτερική δημοκρατία έχει
δυο ισχυρά πλεονεκτήματα: «Πρώτον,
προσφέρει αξιοπρέπεια. Στα δημοκρατικά κράτη οι πολιτικοί παίρνουν στα σοβαρά τις
απόψεις των πολιτών. Οι τελευταίοι έχουν την ευκαιρία να τις εκφράσουν και
προστατεύονται όταν κάποιοι προσπαθούν να τους φιμώσουν. Η δημοκρατία παρέχει
σεβασμό.
»Δεύτερον,
αποδίδει μακροπρόθεσμα οφέλη. Η ζωή σε ένα ασφαλές δημοκρατικό κράτος υπόσχεται
στους πολίτες ότι σε βάθος χρόνου υπάρχει η δυνατότητα να απολαμβάνουν τα κοινά
σημαντικά αγαθά της σταθερότητας, της ευμάρειας και της ειρήνης. Και μόνο του,
το καθένα από αυτά θα αποτελούσε ισχυρό δέλεαρ…»
Αυτήν την δημοκρατική αξιοπρέπεια έρχεται να
καταργήσει η θεωρία / πρόταση της «επιστημοκρατίας», σύμφωνα με την οποία το
δικαίωμα ψήφου θα πρέπει είναι ανάλογο με τα πνευματικά εφόδια του ψηφοφόρου,
δηλαδή η οργάνωση ενός σώματος «αριστοκρατών», μιας κοινωνίας που στηρίζεται στους
επαΐοντες. Και σ’ αυτό το κεφάλαιο ο Ράνσιμαν επιστρέφει στην Ελλάδα, και πιο
συγκεκριμένα στην Ελλάδα τής κρίσης, με την ανάληψη της διακυβέρνησης, το 2011,
από τεχνοκράτες.
Ενδιαφέρον
βιβλίο, με ιδιαίτερους προβληματισμούς
που αξίζει να διαβαστεί. Ίσως έχοντας στο πλάι, και ανατρέχοντας κάπου κάπου
και σε άλλα βιβλία, που αφηγούνται την περιπέτεια των δημοκρατιών της Ευρώπης
κατά τον περασμένο αιώνα, αιώνα κατά τον οποίο δοκιμάστηκαν άγρια τόσο οι
δημοκρατίες, όσο και οι άνθρωποι. Αντί άλλων, θα κλείσω το μικρό αυτό σημείωμα,
με έναν ακόμα στοχασμό τού Ράνσιμαν:
«Η ώριμη
δυτική δημοκρατία είναι πια κάποιας ηλικίας. Η ακμή της έχει παρέλθει.
Οφείλουμε να το αναγνωρίσουμε αυτό: Μια εξαιρετικά επιτυχημένη και δυναμική
μορφή πολιτικής με μια αξιοθαύμαστη εκατονταετή πορεία εμφανίζει σημάδια
παρακμής στα μέρη όπου γνώρισε τις μεγαλύτερες επιτυχίες της. Η συγκυρία
επιτρέπει πληθώρα ουσιαστικών επιλογών. Αν το τελευταίο μέρος αυτής της ιστορίας
έπεται, θα μπορούσαν να συμβούν πολλά ακόμη. Μερικές φορές μετά τη μέση ηλικία
ζούμε τα πιο μεστά νοήματος χρόνια μας. Όμως αυτό θα συμβεί μόνο αν καταφέρουμε
να αποβάλουμε τον πανικό μας και να πάψουμε να σπαταλούμε χρόνο, προσπαθώντας
να ξαναβρούμε τα χαμένα μας νιάτα…»
Λάρισα, 22/01/2020
Δεν υπάρχουν σχόλια
Δημοσίευση σχολίου