Εξαιρετικό αστυνομικό μυθιστόρημα...
ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
--------------------------------------
Από τον Άγγελο Πετρουλάκη
---------------------------------------
‘‘Λυπάμαι που
το θάρρος θαυμάζεται στη μάχη.
Ευτυχώς, τα
τουφέκια δεν σκοτώνουν τις λέξεις’’.
Εύα Γκαρθία
Σάενθ ντε Ουρτούρι:
«Η σιωπή της
λευκής πόλης»
Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ
Η Βιτόρια είναι
η πρωτεύουσα της χώρας τών Βάσκων, μιας περιοχής με έντονο αρχαιολογικό
ενδιαφέρον, όπως και πολλούς μεσαιωνικούς μύθους. Η συγγραφέας, λοιπόν, γράφει
για την πόλη της, γράφει για την πατρίδα της. Επιλέγει να μιλήσει γι’ αυτήν,
για την ιστορία, αλλά και το περιβάλλον, για τις παραδόσεις, αλλά και τα ήθη
της, με ένα αστυνομικό μυθιστόρημα φαντασίας. Αλλά, σπουδαίο μυθιστόρημα…
Είναι σπουδαίο γιατί είναι βαθιά ανθρώπινο, είναι
θαυμάσια χτισμένο ως μυθοπλασία, χρησιμοποιεί χαρακτήρες καθημερινούς που δεν
έχουν τίποτε υπερβολικό, χρησιμοποιεί την φαντασία τόσο όσο να μην προκαλεί,
ενώ παράλληλα αποτυπώνει καθαρά τα κοινωνικά δεδομένα τής περιοχής. Το τέλος
του είναι λυτρωτικό, με το καλό να υπερισχύει του κακού και να αναδεικνύει την
ελπίδα και την αισιοδοξία ως βασικά στοιχεία της ζωής.
Τεχνικά, το μυθιστόρημα χωρίζεται σε 52 κεφάλαια. Τα
41 κεφάλαια αφορούν την πρωτοπρόσωπη αφήγηση του κεντρικού άξονα, που είναι ο Ουνάι
Λόπεθ ντε Αγιάλα, αξιωματικός τής αστυνομίας, εξειδικευμένος στη μελέτη και τον
σχηματισμό τής προσωπογραφίας τών εγκληματιών. Τα υπόλοιπα 11, που
παρεμβάλλονται, είναι τριτοπρόσωπη αφήγηση της συγγραφέως, τα οποία, αν ενωθούν
δημιουργούν ένα ξεχωριστό μυθιστόρημα. Λειτουργούν, όμως, ως οδηγοί επιστροφής
στο παρελθόν, το οποίο, σε κάποια στιγμή, θα φωτίσει το παρόν.
Αρχή τού μυθιστορήματος είναι μια κρίσιμη στιγμή τού
τέλους του. Τραυματισμένος σοβαρά ο αστυνόμος Ουνάι Λόπεθ ντε Αγιάλα, θυμάται,
βάζοντας με τη σειρά τα γεγονότα.
Και η μυθοπλασία ξεκινά. Κυριακή, 24 Ιουλίου 2016…
Πέριξ του αστυνόμου
Αγιάλα κινούνται ενδιαφέροντα πρόσωπα
που εκφράζουν και μια ιδιαιτερότητα, η οποία αυξάνει το ενδιαφέρον τού
αναγνώστη, καθώς αναπτύσσεται η μυθοπλασία.
Είναι η πεισματάρα συνάδελφός του Εστίμπαλιθ Ρουίθ ντε
Γκάουνα, το άλλο του πρόσωπο στις υποθέσεις που αναλαμβάνει.
Είναι η προϊσταμένη του, υποδιευθύντρια της αστυνομικής
διεύθυνσης, Άλμπα Ντίαθ ντε Σαλβατιέρα και ο ερωτισμός που υφέρπει ανάμεσά τους,
μέσα σε μια εκρηκτική ατμόσφαιρα.
Είναι η εφιαλτική παρουσία τής νεκρής γυναίκας του, η
οποία και τον εμποδίζει να βγει στη φυσιολογική ζωή.
Είναι ο 90χρονος παππούς του, φίλος του και πρότυπο
αντοχών και σοφίας.
Είναι ο σχεδόν νάνος αδελφός του και ο ισχυρότατος δεσμός
τής μεταξύ τους αγάπης.
Ο προσωπικός κόσμος τού Αγιάλα είναι ένας ήρεμος
κόσμος, που θεωρεί ευλογία το ότι ζει στη δύσκολη χώρα τών Βάσκων.
Απέναντί του είναι
ο κόσμος τού εγκλήματος, μια
ιδιαίτερα σύνθετη υπόθεση που αφορά χαρακτηριστικές κατά συρροήν διπλές
ανθρωποκτονίες, με συγκεκριμένο ‘‘τελετουργικό’’. Οι ανθρωποκτονίες αυτές έχουν
ιστορικό παρελθόν. Τέσσερις πανομοιότυπες είχαν διαταράξει την ήσυχη ζωή τής Βιτόρια
πριν από μια εικοσαετία. Εκείνος ο πρώτος κύκλος είχε κλείσει με τη σύλληψη ενός
περιώνυμου αρχαιολόγου, τον οποίο είχε αποκαλύψει ως δράστη τους, ο ομοζυγωτικός
δίδυμος αδελφός του, επίσης περιώνυμος διώκτης τού εγκλήματος. Οι ανθρωποκτονίες που επαναλαμβάνονται, πανομοιότυπες είκοσι χρόνια μετά,
συμβαίνουν λίγες ημέρες πριν βγει με την πρώτη του άδεια, ο καταδικασμένος ως
δράστης, αδελφός.
Μπροστά σε δύσκολα ερωτηματικά, τα οποία αναστατώνουν
ακόμα μια φορά τη ζωή τής βασκικής πρωτεύουσας, ο Αγιάλα με πρωτοπρόσωπη
αφήγηση θα περιγράψει την πορεία των ερευνών, η οποία θα τον οδηγήσει σ’ έναν
άλλον αστερισμό προσώπων, καθένα από τα οποία εκφράζει κι έναν διαφορετικό
κόσμο. Φιλήσυχοι άνθρωποι, αλλά και περιθωριακοί. Ένας ανάγλυφος χάρτης
ανθρώπινων χαρακτήρων που σχεδιάζεται αριστοτεχνικά από τη συγγραφέα. Στο
κέντρο, βέβαια, αυτού του χάρτη, τα δυο δίδυμα αδέλφια. Ο πρώην αξιωματικός τής
αστυνομίας Ιγνάθιο Ορντίθ ντε Θάρατε και ο κατάδικος αδελφός του Τάσιο Ορντίθ
ντε Θάρατε, ο οποίος έχει το ακλόνητο άλλοθι ότι κατά την τέλεση των εγκλημάτων
βρίσκεται ακόμα έγκλειστος. Άραγε, ο δράστης τους, ενεργεί κατ’ εντολήν του; Ή
μήπως ο δράστης τον αντιγράφει. Και γιατί να μην είναι δράστης ένα τρίτο
πρόσωπο, που ποτέ δεν είχε εντοπιστεί και συλληφθεί, το οποίο εμφανίζεται
είκοσι χρόνια μετά. Το τελευταίο σημαίνει πως ο ήδη έγκλειστος είναι αθώος,
αλλά σημαίνει και πολλά άλλα…
Στο 4ο
κεφάλαιο η πρωτοπρόσωπη αφήγηση του Αγιάλα διακόπτεται και τον λόγο παίρνει η συγγραφέας, η οποία γυρίζει τον
χρόνο πίσω, στον Νοέμβριο του 1969 και με τριτοπρόσωπη πλέον αφήγηση εισάγει
ένα άλλο μυθιστόρημα σ’ αυτό το οποίο χτίζει. Σ’ αυτό το νέο αφήγημα
πρωταγωνιστεί μια πανέμορφη νεαρή γυναίκα, η Μπλάνκα Ντίαθ ντε Αντονιάνα και ο
δικός της κόσμος.
Παντρεμένη με τον πανίσχυρο επιχειρηματία Χαβιέρ Ορντίθ
ντε Θάρατε, ο οποίος την κακοποιεί σε ακραίο βαθμό, βρίσκει παρηγοριά στην
αγκαλιά τού γυναικολόγου της Άλβαρο Ουρμπίνα. Πώς θα εξελιχθεί αυτός ο έρωτας;
Στα υπόλοιπα δέκα κεφάλαια που αφορούν την πορεία τής οικογένειας
Θάρατε, η συγγραφέας, εμφανίζει έναν χάρτη ηθών τής εποχής, κάποια απ’ τα οποία
θα συντελέσουν στον σχηματισμό τής προσωπογραφίας τού δράστη, αλλά και στη
συγκρότηση της προσωπικότητάς του.
Ο αναγνώστης καθηλώνεται στις σελίδες του γοητευτικού
αυτού αστυνομικού μυθιστορήματος και οδηγείται στη λύτρωση μέσα από τις ιδιαίτερα
ανθρώπινες περιγραφές τής Εύα Γκαρθία Σάενθ ντε Ουρτούρι, η οποία αποκαλύπτεται
ως έξοχη συγγραφέας…
Λάρισα, 21/12/2019
Δεν υπάρχουν σχόλια
Δημοσίευση σχολίου