Breaking News

Αν ήξεραν οι νεκροί…



Μονολογώντας
Αν ήξεραν οι νεκροί…

«Ξημερώνοντας τ’ Αγιαννιού, με την αύριο των Φώτων, λάβαμε τη διαταγή να κινήσουμε πάλι μπροστά, για τα μέρη όπου δεν έχει καθημερινές και σκόλες. Έπρεπε, λέει, να πιάσουμε τις γραμμές που κρατούσανε ως τότε οι Αρτινοί από Χειμάρρα ως Τεπελένι. Λόγω που εκείνοι πολεμούσανε απ’ την πρώτη μέρα, συνέχεια, κι είχαν μείνει σχεδόν οι μισοί και δεν αντέχανε άλλο.
Νύχτα πάνω στη νύχτα βαδίζαμε ασταμάτητα, ένας πίσω απ’ τον άλλο, ίδια τυφλοί. Με κόπο ξεκολλώντας το ποδάρι από τη λάσπη, όπου φορές εκαταβούλιαζε ίσαμε το γόνατο. Επειδή το πιο συχνά ψιχάλιζε στους δρόμους έξω, καθώς μες στην ψυχή μας. Και τις λίγες φορές όπου κάναμε στάση να ξεκουραστούμε, μήτε που αλλάζαμε κουβέντα, μονάχα σοβαροί και αμίλητοι, φέγγοντας μ’ ένα μικρό δαδί, μία-μία εμοιραζόμασταν τη σταφίδα. Ή φορές πάλι, αν ήταν βολετό, λύναμε βιαστικά τα ρούχα και ξυνόμασταν με λύσσα ώρες πολλές, όσο να τρέξουν τα αίματα. Τι μας είχε ανέβει η ψείρα ως το λαιμό, κι ήταν αυτό πιο κι απ’ την κούραση ανυπόφερτο. Τέλος, κάποτε ακουγότανε στα σκοτεινά η σφυρίχτρα, σημάδι ότι κινούσαμε, και πάλι σαν τα ζα τραβούσαμε μπροστά να κερδίσουμε δρόμο, πριχού ξημερώσει και μας βάλουνε στόχο τ’ αερόπλανα. Επειδή ο Θεός δεν κάτεχε από στόχους ή τέτοια, κι όπως το ’χε συνήθειο του, στην ίδια πάντοτε ώρα ξημέρωνε το φως».
Οδυσσέας Ελύτης «Άξιον εστί – Η πορεία πως το μέτωπο»

Μεσημέρι Τρίτης, ώρα παρέλασης, γιορτινή – υποτίθεται - ώρα. Πήρα να διαβάσω το «Άξιον Εστί» με χαμηλωμένο τον ήχο της τηλεόρασης. Ούτως ή άλλως και τα σύννεφα χαμηλωμένα ήταν στον ουρανό, δίνοντας στην ατμόσφαιρα ένα χρώμα θλίψης. Δεν ερχόταν κάτι άλλο σαν ιδέα ανάγνωσης, μέρα που ήταν. Λάθος μου κι αυτό. Διότι απ’ τα σκονισμένα ράφια της βιβλιοθήκης άρχισαν να ζωντανεύουν βιβλία κοιμισμένα από καιρό. «Τα χρόνια του δύσκολου πολέμου» του Παναγιώτη Κανελλόπουλου, η «Ελληνική Εποποιία 1940-1941» του Αγγέλου Τερζάκη, το «Το Πλατύ Ποτάμι» του Γιάννη Μπεράτη, το «Τετράδια Ημερολογίου 1939-1953» του Γιώργου Θεοτοκά και άλλα πολλά που μιλούσαν άμεσα ή έμμεσα για τις περιπέτειες του Έθνους κατά τη διάρκεια του Β΄Παγκόσμιου Πολέμου. Τις ίδιες ώρες κάποια δελτία ειδήσεων πληροφορούσαν τόσο για τα επεισόδια που σημειώθηκαν κατά τη διάρκεια των παρελάσεων, όσο και για την πορεία της ματωμένης οικονομίας της χώρας, με αφορμή την πρόσφατη αξιολόγηση των ελληνικών Τραπεζών. Κάπου εδώ η συγκλονιστικότητα που διαχεόταν από τις σελίδες των βιβλίων άρχισε να ξεθωριάζει.
Η Ελλάδα 74 χρόνια μετά από το πρωινό της 28ης Οκτωβρίου που βρέθηκε στη δίνη του πολέμου βρίσκεται και πάλι αμυνόμενη απέναντι σε επιθέσεις ενός εχθρού που ακούει στο όνομα «Δανειστές».Το γελοίο και συνάμα τραγικό της υπόθεσης είναι πως αυτοί οι «Δανειστές» ήταν μέχρι πριν λίγα χρόνια οι επιστήθιοι φίλοι, που δάνειζαν τη χώρα για να ικανοποιήσουν τις ανάγκες των κυβερνήσεων, οι οποίες με τη σειρά τους κατασπαταλούσαν τα ξένα χρήματα για να εξυπηρετήσουν σκοπιμότητες και προσωπικά συμφέροντα. Με λίγα χρόνια βρισκόμαστε απέναντι σ’ έναν «εχθρό» που οι ίδιοι δημιουργήσαμε και καλέσαμε ν’ αναμιχθεί στα εσωτερικά μας και του παραδώσαμε τη διαχείριση του παρόντος και του μέλλοντός μας. Το ερώτημα: Γι’ αυτήν την απαξίωση χύθηκε τόσο αίμα στα τέσσερα χρόνια του πολέμου; Γι’ αυτήν την Ελλάδα «νύχτα πάνω στη νύχτα βαδίζαμε ασταμάτητα, ένας πίσω απ’ τον άλλο, ίδια τυφλοί»;
Το ένα ερώτημα, όμως, φέρνει το άλλο. Ίσως γιατί πάντα πίστευα ότι οι παρελάσεις τιμούν τους πεσόντες αγωνιστές και όχι τους «επίσημους» που στέκονται καμαρωτοί και αγέρωχοι στις εξέδρες. Να είναι άραγε αντίσταση οι διαμαρτυρίες και τα επεισόδια, να είναι άραγε τιμή για τους νεκρούς οι φρουρούμενες παρελάσεις; Το ένα ερώτημα φέρνει τ’ άλλο με την ουσία να παραμένει ίδια: Κάπου, κάτι συμβαίνει λάθος. Κάτι ανήκει στο χώρο του παράλογου. Η αυθεντική μούντζα του νεαρού συμπολίτη μας μαθητή μάλλον βρήκε κακέκτυπους διαδόχους και μιμητές. Πλέον και οι πιο σοβαρές διαμαρτυρίες μάλλον τείνουν να καταντήσουν γραφικότητες και το μόνο που κατορθώνουν είναι να ταλαιπωρήσουν κάποιους αστυνομικούς. Κανενός αυτί δεν ιδρώνει. Όσο για τους νεκρούς του έπους… Θα εξακολουθήσουν να γίνονται αντικείμενο εκμετάλλευσης και από τη μια και από την άλλη πλευρά, αφού και οι δυο τους επικαλούνται για χάρη των δικών τους συμφερόντων…
Άγγελος Πετρουλάκης



Δημοσιεύθηκε στην έντυπη Larissa net 31-10-2014

Δεν υπάρχουν σχόλια