Breaking News

Αλητείας το ανάγνωσμα…


-------------------------------------
Από τον Άγγελο Πετρουλάκη
-------------------------------------

Αλητείας το ανάγνωσμα…

Η αλήθεια πονάει όταν εμφανίζεται γυμνή, χωρίς περιστροφές, γιατί ενίοτε εμφανίζεται μέσα από προσπάθειες θόλωσης της πραγματικότητας. Και η αλήθεια είναι ότι την εβδομάδα αυτήν είδαμε έναν πρωθυπουργό που προσπαθούσε να επιπλεύσει μέσα σε μια θάλασσα ψέματος. Βεβαίως, πολλοί επικεντρώθηκαν στους δημοσιογράφους, για τους δικούς τους λόγους. Ίσως γιατί θα ήθελαν να είναι εκείνοι στη θέση τους, ίσως γιατί κάποιοι δεν μπορούν να ανεχτούν πως κάποιοι άλλοι είναι καλύτεροι ή πιο επιτυχημένοι από τους ίδιους. Η διαφορά, όμως, ενός δημοσιογράφου και ενός πρωθυπουργού, είναι πως αυτός που υπογράφει διατάγματα, αποφάσεις, νόμους που ορίζουν τη ζωή μας δεν είναι ο δημοσιογράφος, αλλά ο πρωθυπουργός.
Αυτά ως προοίμιο. Είτε είναι καλός, είτε είναι κακός ο δημοσιογράφος, δεν είναι αυτός που συντάσσει τον προϋπολογισμό τής χώρας, δεν είναι αυτός που αποφασίζει για το προσφυγικό, δεν είναι αυτός που διαχειρίζεται μια εθνική καταστροφή, όπως αυτή που συνέβη στο Μάτι.
Επέλεξα το Μάτι για να ξεδιπλώσω κάποιους προβληματισμούς. Ίσως και γιατί αυτά που ακολούθησαν τον όλεθρο, εμφάνισαν σε όλη της τη μεγαλοπρέπεια την ανικανότητα του πρωθυπουργού.
Θύμωσα όταν άκουσα πως δεν είχε δυνατότητα τηλεφωνικής ενημέρωσης. Αν είναι δυνατόν! Ένας πρωθυπουργός να μην έχει δυνατότητα επικοινωνίας, σήμερα. Συλλογίστηκα πως ακόμα και αυτό αν αληθεύει, από την ώρα που πάτησε στο αεροδρόμιο και μέχρι να φτάσει στο κτήριο όπου έγινε η σύσκεψη, δεν είχε; Είχε. Και αν δεν είχε αυτός, είχαν αυτοί που τον περίμεναν. Και σίγουρα είχαν την εντολή να τον ενημερώσουν κατά τη διαδρομή. Είχαν τη δυνατότητα, επίσης, κάποιοι να τον περιμένουν όταν στάθμευσε το αυτοκίνητο και, ανοίγοντας την πόρτα, να τον ενημέρωναν για τα πάντα.

Οι κάμερες… Ποιες κάμερες, ποιος δεν ήξερε; Ο ‘‘γάτος’’ της επικοινωνίας; Ήταν στημένες και τον περίμεναν. Και όχι στημένες κρυφά. Ήταν κυβερνητικές κάμερες. Της κρατικής τηλεόρασης. Εντεταλμένες να είναι εκεί. Ειδοποιημένες πως ‘‘έρχεται ο πρωθυπουργός’’. Όλοι είδαμε τη σκηνή. Ν’ ανοίγει η πόρτα τού αυτοκινήτου και ο πρωθυπουργός να κατευθύνεται βιαστικά στο κτήριο.
Αλλά, ας δεχτούμε αυτά που επικαλέστηκε ο πρωθυπουργός, κομπιάζοντας και ξεροκαταπίνοντας. Μετά; Μια μέρα μετά; Δυο μέρες μετά; τρεις μέρες μετά; Όταν η πραγματικότητα έγινε εμφανέστατη; Γιατί δεν ‘‘πήρε κεφάλια’’; Γιατί δεν ένιωσε προδομένος; Γιατί τα έβαλε με τον ΣΚΆΙ και όχι με τους υποτακτικούς του; Γιατί, ξημερώνοντας η μέρα, και με τη φωτιά πλέον σβηστή, δεν τους αποκεφάλισε; Πόσο καλός είναι ένας πρωθυπουργός που η θέση του και οι ευθύνες του δεν είναι σεβαστές από τους υποτακτικούς του;
Πόσο μικρόψυχος μπορεί να είναι; Δυο μέρες μετά τη συνέντευξη, στην Πάτρα, χαρακτήρισε τον ΣΚΆΙ ως εχθρικό έδαφος. Δηλαδή, όποιος αντιπολιτεύεται και ελέγχει την εξουσία είναι εχθρός. Η εξουσία δεν θέλει τον έλεγχο, αλλά το γλύψιμο, το λιβάνισμα. Θέλει τους πάντες υποτακτικούς. Όχι, όμως. Αυτό δεν προϋποθέτει δημοκρατία, αλλά δικτατορία. Ηδονίζεται η εξουσία όταν νιώθει ως διαχειριστής δικτατορίας. Και αυτό επιβεβαίωσε η στάση τού πρωθυπουργού. Όλα τα άλλα, προσχηματικά ή όχι, είναι ανοησίες.
Η αγαθή Δημοκρατία απαιτεί μεγαλοψυχία από τους ηγέτες. Διαφορετικά, οι ηγέτες είναι ανθρωπάρια, έχουν τα ίδια πάθη και αντιδράσεις με τους μικρόνοες. Βάζουν διαχωριστικές γραμμές, ενώ αυτές πρέπει να χρησιμοποιούνται μεταξύ του ηθικού και ανήθικου. Που σ’ αυτό ακριβώς το θέμα, ο πρωθυπουργός, δεν τις έβαλε, με αποτέλεσμα να τον συνοδεύει για πάντα η σχέση του με τον Π. Πολάκη, την Παναγοπούλου, τον Πετσίτη και αρκετούς άλλους.
Δεν κατόρθωσε ν’ αποδείξει την ηθικότητά του, δυστυχώς. Για τον Πολάκη ισχυρίστηκε πως είχε κάνει έργο. Διερωτώμαι: Άλλος, το ίδιο ικανός με τον Πολάκη, που όμως να ήταν και ευγενής, όπως ο Ξανθός, έστω, δεν υπήρχε στο κόμμα; Από τα εκατοντάδες στελέχη δεν μπόρεσε να επιλέξει έναν άλλον το ίδιο δραστήριο και αποφασιστικό; Και πώς αίφνης ο Πολάκης σιώπησε; Η εντολή που του δόθηκε, να σιωπήσει, δεν μπορούσε να του δοθεί δυο χρόνια πριν; Ή μήπως είχε την ενθάρρυνση του πρωθυπουργού; Δικαίωμά μου είναι να πιστεύω αυτό και μόνο αυτό. Τους λόγους, βεβαίως, δεν τους ξέρω.
Για την «συνεργάτιδά» του, Παναγοπούλου… Συνεργάτιδα η οποία ανήκει στους «ελίτ», αυτούς δηλαδή που ο ίδιος απεχθάνεται και καταπολεμά. Χωρίς ποτέ να κάνει διαχωρισμό αν υπάρχουν καλές και κακές «ελίτ». Εκτός αν ο πρωθυπουργός θεωρεί πως η Παναγοπούλου δεν ανήκει στις «ελίτ», αλλά είναι μια από τους πολλούς, απλούς, καθημερινούς ανθρώπους, ή από τους πολλούς επιστήμονες, που κοπίασαν, έκαναν μεταπτυχιακά και με το σπαθί τους κέρδισαν τη θέση τού συνεργάτη τού πρωθυπουργού. Τόσο ‘‘δούλεμα’’;
Η ένστασή μου δεν είναι για την επιλογή των συνεργατών. Είναι δικαίωμα του ηγέτη να επιλέγει τους συνεργάτες του. Υποτίθεται επιλέγει τους ικανότερους. Η ένστασή μου είναι το ότι ισχυρίζεται πως καταπολεμά τους «ελίτ». Ότι αυτός είναι ο κοινωνικός επαναστάτης. Όχι, ο απόλυτα συμβιβασμένος είναι. Αρκεί να εξυπηρετούνται τα συμφέροντά του.
Η ένστασή μου, επίσης, είναι και ως προς την ιδιωτικότητα. Τα δημόσια πρόσωπα δεν έχουν ιδιωτική ζωή. Έχουν, όμως, την υποχρέωση, πάντα, ακόμα και η ιδιωτική τους ζωή, να μην προκαλεί. Να χαρακτηρίζεται από τη σεμνότητα. Ιδιωτική ζωή είναι και να παίζει κάποιος ρουλέτα στο καζίνο, ή πόκερ σ’ ένα σπίτι, ή να μεθά κάθε βράδυ στο σαλόνι του; Είναι αποδεκτά αυτά;
Είναι αποδεκτός ο ρόλος τού Πετσίτη; Ο καθένας, είπε, μπορεί να έχει πρόσβαση στου Μαξίμου. Αλήθεια; Μπορώ να έχω εγώ; Μπορείτε να έχετε εσείς; Τόσο εύκολο είναι για τον καθένα; Και αφού ξέσπασε η μπόρα, βγήκαν κάποιες αλήθειες, τι έκανε. Έδωσε εντολή για κάποια έρευνα; Εξακριβώθηκαν κάποιοι ρόλοι; Ανακοινώθηκε κάτι για τον πλουτισμό αυτού του ανθρώπου; Και ποιος βεβαιώνει πως ο Πετσίτης ήταν ο μόνος που εκμεταλλεύτηκε το γεγονός ότι ήταν συμμαθητής τού υπουργού; Αλλά, από τα λίγα που έχουν γίνει γνωστά, ο Καλογρίτσας τι εκμεταλλεύτηκε; Το ότι και παλαιότερα υπήρχαν συμφέροντα και διαπλοκές; Μα, ακριβώς και γι’ αυτό δεν ήρθε ο κ. Τσίπρας στην εξουσία; Για να κόψει αυτούς τους αμαρτωλούς δεσμούς κράτους - επιχειρηματιών δεν κρατούσε τη σημαία τού κοινωνικού επαναστάτη; Οι ‘‘άλλοι’’ τα έκαναν και η κοινωνία τούς μαύρισε. Αυτόν γιατί να μην τον μαυρίσει;

Μίλησε για «αυταπάτες». Μίλησε για «αφέλεια». Είπε (για τη διαπραγμάτευση), πως «Ήμασταν προετοιμασμένοι, αλλά οι άλλοι είχαν προετοιμαστεί καλύτερα». Παραδέχτηκε πως «έγιναν λάθη». Μα όλα αυτά, αν δεν δείχνουν ανικανότητα, τότε τι δείχνουν;
Και γιατί να μείνει στην εξουσία ένας πρωθυπουργός που είχε αυταπάτες, είχε την αφέλεια, που δεν είχε προετοιμαστεί καλύτερα, που έκανε λάθη, ή που επικαλείται απειρία; Για να απολαμβάνει την ηδονή τής εξουσίας; Για να τον διαψεύδει συνεχώς η πραγματικότητα; Δεν είναι αλητεία να ψεύδεται εντελώς και συνεχώς ένας πρωθυπουργός, που επιμένει πως έδωσε 13η σύνταξη; Υπήρξε έστω ένας από τους συνταξιούχους, που έχουν βγει στη σύνταξη με πλήρη δικαιώματα, που να εισέπραξε μια ακόμα σύνταξη; Ελεημοσύνη, ναι, εισέπραξε. Σύνταξη, όχι. Μικρό βοήθημα, με όλα τα χαρακτηριστικά τής αδικίας, ναι. Σύνταξη όχι. Και γιατί κάνω αναφορά στην αδικία; Γιατί εισέπραξαν περισσότερα εκείνοι που έπαιρναν χαμηλότερες συντάξεις. Και χαμηλότερες συντάξεις παίρνουν όσοι έχουν πληρώσει λιγότερα. Αυτή είναι η αλήθεια. Επιβραβεύτηκαν, δηλαδή, αυτοί που πλήρωσαν τις λιγότερες εισφορές, είτε γιατί δούλευαν ανασφάλιστοι, είτε γιατί βγήκαν πρόωρα στη σύνταξη. Όπως και να έχει, όμως, 13η σύνταξη θα μπορούσε να χαρακτηριστεί αν ήταν ισόποση με τις υπόλοιπες 12.
Δυο μέρες πριν οι κάλπες υποδεχτούν τους Έλληνες πολίτες, θυμάμαι όσα έχω παρακολουθήσει (όλοι μας, δηλαδή) από τους δέκτες τής τηλεόρασης. Αυτά που υπήρξαν μικροί ή μεγάλοι σταθμοί τής πορείας τού πρωθυπουργού. Τους πύρινους λόγους από την καρότσα τού αγροτικού φορτηγού, τους ζουρνάδες, τις νομενκλατούρες, τους εναγκαλισμούς με τον Καμμένο, τις θριαμβολογίες με τον Βαρουφάκη (θα είχε ενδιαφέρον μια μεταξύ τους δημόσια συζήτηση στην τηλεόραση), τους αστεϊσμούς με τις γραβάτες και πολλά, πολλά ακόμα.
Είθε να τα θυμάται κι εκείνος. Και μαζί με τα μαθήματα αγγλικής γλώσσας, ν’ αποφασίσει να παρακολουθήσει μαθήματα πολιτικής αξιοπρεπείας. Και αν επανέλθει στην πολιτική σκηνή, να επανέλθει περισσότερο σοφός, περισσότερο μετρημένος, λιγότερο υβριστής. Να μην επιτρέπει στους συνεργάτες του εκφράσεις τύπου «βοθροκάναλα» και τύπου «στα τέσσερα». Η χώρα δεν έχει ανάγκη από δημαγωγίες. Έχει ανάγκη μιας διαφορετικής πορείας, χωρίς «εμείς ή αυτοί», χωρίς «τους τελειώσαμε». Ο Εμφύλιος τελείωσε το 1949, καιρός είναι να τον θάψουμε και να τον θυμόμαστε μόνο για να μην χωριστεί ξανά η χώρα στα δυο.

Λάρισα, 4/7/2019


Δεν υπάρχουν σχόλια