Breaking News

Σωτήρης Πράπας– Νίκες Καρδιάς




Του Άγγελου Πετρουλάκη
(Από την ομιλία του στο Δημοτικό Ωδείο της Λάρισας
κατά την παρουσίαση του λευκώματος «Νίκες Καρδιάς»
στις 14 – 5 – 2016)

Π
ερασμένα μεσάνυχτα, κοντά στις δυο. Η Εθνική οδός Θεσσαλονίκης – Αθήνας σχεδόν άδεια. Μόνο λίγες νταλίκες ‘‘με φώτα νυσταγμένα και βαριά’’, όπως λέει και το τραγούδι, αργοκινούνται. Ανάμεσα τους σφηνώνεται ένα Ρενώ 5, τούρμπο, μπλε. Ένα μικρό Ρενώ με κινητήρα ενισχυμένο. Η βελόνα του κοντέρ φλερτάρει με τις κόκκινες γραμμούλες του καντράν, καθώς το πόδι του οδηγού το πιέζει όλο και περισσότερο, προσπερνώντας το ένα φορτηγό μετά το άλλο. Μέσα στην καμπίνα μια μουσική σχεδόν στη διαπασών. Σήμερα… Το ορχηστικό του Σπανουδάκη…
Πόσα ‘‘σήμερα’’ θα πούμε στην ζωή μας;
Το Ρενώ 5 διασχίζει τα Τέμπη προσπερνώντας τις νταλίκες σαν βέλος και ξεχύνεται στον κάμπο της Λάρισας χωρίς ανάσα. Λίγα χιλιόμετρα μετά, στα πρώτα σπίτια της πόλης, θα σταματήσει.
Ένας φίλος που περιμένει…
Ο οδηγός που κατεβαίνει, χαμογελώντας.
Ένα αγκάλιασμα…
Αυτός που περιμένει είμαι εγώ.
Ο οδηγός του Ρενώ είναι ο Σωτήρης Πράπας.


Τ
ο ταξίδι μέσα στη νύχτα είναι ένα από τα πολλά, τα άπειρα, που κάνει για να βρεθεί στο Ωνάσειο, να μπει στο χειρουργείο, ν’ ανοίξει μια καρδιά, να χαρίσει ζωή, ελπίδες…
Μια στάση για ξεκούραση.
Και λίγη κουβέντα.
Για μουσική, για ποίηση.
Για την φωτογραφία…
Για τον κυρ – Νίκο, τον πατέρα του, τον φωτογράφο του χωριού με το ένα χέρι, τον άνθρωπο που τον ‘‘έμπασε’’ στον κόσμο της φωτογραφίας.
Για τις προσδοκίες του. Μόλις είχε επιστρέψει από την Αγγλία, όπου είχε καταφέρει να βρει μια άμισθη θέση για ειδικότητα στην παιδοκαρδιοχειρουργική. Στην Ελλάδα ήταν κλειστές όλες οι πόρτες, παρά το ότι ήταν ο πρώτος ειδικευόμενος του σκαπανέα της καρδιοχειρουργικής Παναγιώτη Σπύρου. Αλλά ούτε επιστρέφοντας από την Αγγλία βρήκε κάποια πόρτα να τον περιμένει…
Τα δύσκολα ήταν πολλά. Με πρώτα απ’ όλα την επιβίωση. Έτσι διεκδίκησε μια θέση στο Ωνάσειο. Βαθειά μέσα του πίστευε πως τα χίλια τόσα χιλιόμετρα Θεσσαλονίκη – Αθήνα – Θεσσαλονίκη, κάθε βδομάδα, δεν θα ήταν επί ματαίω.
Και δεν ήταν.
Εκείνη η στάση δεν άγγιζε ποτέ την ώρα. Πάντα βιαστικός για να είναι λίγο πριν τις 7 στο Ωνάσειο.
Τον μισοτελειωμένο καφέ τον έπαιρνε μαζί του. Συχνά και κάποια κασέτα απ’ τις νυχτερινές εκπομπές που έκανα με ποίηση στο Δημοτικό Ραδιόφωνο, τότε.
Αλλά συνάμα έπαιρνε και την αγωνία μου. Να φτάσει καλά ευχόμουν. «Πάρε ένα τηλέφωνο, μόλις φτάσεις. Να ηρεμήσω…», τον παρακαλούσα. Κι έπαιρνε…
Έτσι ξαλάφρωνε η καρδιά, που έμοιαζε συννεφιασμένο ουρανό μέχρι ν’ ακουστεί η κλήση στο τηλέφωνο.
Αχ ρε Σωτήρη. Την ζήσαμε την ζωή μας, γραπώνοντάς την με νύχια και με δόντια. Εγώ σ’ ένα βιβλίο, ή σε λευκά χαρτιά.
Εσύ πάνω σε φθαρμένες καρδιές, πίσω από το ματάκι μιας φωτογραφικής μηχανής, ταξιδιώτης της ζωής, ταξιδευτής της ελπίδας, σε γέφυρες αγάπης οδοιπόρος, συλλέγοντας ‘‘Μικρά Αντίο’’, αλλά και σημαίες σύμβολα του κόσμου…
Την ζήσαμε την ζωή μας.
Ξεφλουδίζοντας τον έρωτα.
Συλλέγοντας τα όνειρα σε προθήκες της προσδοκίας για έναν καλύτερο κόσμο.
Άλλοτε αναζητώντας την ουσία του βλέμματος σ’ ένα ακροκέραμο.
Άλλοτε την ουσία του αγγίγματος σ’ ένα τραγούδι του Μητροπάνου.
Άλλοτε μιλώντας, για τη ζωή εσύ, τον θάνατο εγώ.
Η δική σου ήταν σπουδή ζωής, σπουδή θανάτου η δική μου, καθώς ολοένα και περισσότερο με κέρδιζε η φιλοσοφία, παρά η ποίηση.


Ύ
στερα τον κέρδισε η Αθήνα. Την είχε κερδίσει πρώτα αυτός, βέβαια.
Αραίωσαν οι επαφές. Ευτυχώς που ο Αλεξάντερ Γκράχαμ Μπελ είχε εφεύρει το τηλέφωνο.
Τι να προλάβεις να πεις μέσα από ένα τηλέφωνο, αυτός ανάμεσα από δυο χειρουργεία, εγώ κόβοντας στην μέση μια συνέντευξη;
Λέγαμε όμως πολλά.
Πριν κάποια χρόνια αποφάσισε ν' αποκαλύψει στους πολλούς και την αγάπη του για την φωτογραφία. Είχε απαθανατίσει - μεταξύ άλλων - σημάδια της φθοράς. Πόρτες, τοπία, στιγμές.
Αντικείμενα που κράτησαν πάνω τους την ζεστασιά από ανθρώπινα αγγίγματα, μνήμες γερασμένες στα παραπεταμένα του κόσμου. Πάντα τον συγκινούσε το ελάχιστο, πάντα τον υποδούλωνε η ελληνίδα φύση, ο ουρανός, τα χρώματα στις γλάστρες της αυλής των ταπεινών σπιτιών, μια γωνιά παλαιοπωλείου. Έτσι γεννήθηκε το πρώτο του βιβλίο – λεύκωμα, τα «Μικρά Αντίο».
Μου ζήτησε μια χούφτα λέξεις να στολίζουν κάποιες φωτογραφίες του.
Του τις χάρισα με ανείπωτη χαρά.

Όλα στο μπλε.
Αυτό της θλίψης όμως.
Και η πατρίδα, επίσης…

Ακόμα και για τους ανεκπλήρωτους έρωτες του μίλησα:

Να σε ψάξω, πού:
Επιστρέφω εντός μου,
στα μεσημέρια της παιδικής μου ηλικίας,
εκεί που το κόκκινό σου φόρεμα
ακόμα παραμένει τρόπαιο
 και πληγή, συνάμα…


Και τώρα, στο επόμενό του θα πω περισσότερα. Αν η ζωή μου φανεί χαμογελαστή και ο θάνατος υπομονετικός στο καρτέρεμά μου.

Ο χρόνος ξεφεύγει απ’ τις χάρτινες μέρες μας.
Ο θάνατος μπαινοβγαίνει
με δελτίο ελευθέρας εισόδου
κι εγώ εισχωρώ βαθύτερα μέσα μου…

Ο μέλλοντας
τοπίο ανεξερεύνητο,
μ’ εμένα στο θολό ορίζοντα
                             να χορεύω ξυπόλητος,
έτσι για να επαληθευτούν οι γραφές,
που έλεγαν πως θα υπάρχω
                             -ως σχήμα ακανόνιστο-
στα δακρυσμένα τζάμια,
στους ραγισμένους καθρέφτες,
στις μέσα στιγμές.

Σ
τις 14 Σ/μβρίου του 2004, στο Γκόλφ της Γλυφάδας που έγινε η παρουσίαση – θυμάμαι – μου είχε πει ο μεγάλος Μάνος Ελευθερίου: «Γνωρίζοντας τον Σωτήρη ήξερα ότι είχα το μεγαλύτερο διαμάντι του κόσμου στην καρδιά μου». Και ο Γιάννης Ζουγανέλης: «Δεν φοβάμαι αν με προδώσει η καρδιά μου. Έχω τον Σωτήρα Σωτήρη μου εγώ…»

Τα χρόνια πέρασαν. Τώρα λέω πως μια φιλία που ξεκίνησε από το στούντιο φωτογραφίας του Βασίλη Αγγλόπουλου, μετά 30 περίπου χρόνια αποδείχθηκε αράγιστη. Εκείνος πάλευε με την Καρδιά, αλλά και το αθηναϊκό κατεστημένο, εγώ με τα χαρτιά μου και τους δαίμονες που δάγκωναν τις αγρύπνιες μου.
Και όταν οι αγρύπνιες μου γίνονταν βιβλία, βρισκόταν πάντα εκεί, σ’ ένα τραπέζι ομιλητών, να λέει τα ουσιαστικότερα, από καρδιάς πάντα.


Γ
υρίζω πίσω τη μνήμη. Στο καλοκαίρι του 1999. Κατεβαίνω εσπευσμένα στην Αθήνα. Οι φίλοι καρδιολόγοι εδώ, μεταξύ των οποίων και ο καλός φίλος Δημήτρης Μπουχλαριώτης, που σήμερα οι φίλοι συμμαθητές οργανώνουν στην μνήμη του τούτη την εκδήλωση, μου ζητούν να κάνω στεφανιογράφημα. Ο Σωτήρης έχει κανονίσει γι’ αυτό και με περιμένει στο Ωνάσειο. Οι διαδικασίες εισαγωγής τελειώνουν αστραπιαία. Ο Σωτήρης παρών σε όλα, μέχρι που με οδηγούν στο δωμάτιο. Κι εκεί δακρύζω. Γιατί βλέπω κάθε νοσηλεύτρια που συναντάμε στους διαδρόμους ή όπου αλλού να τον χαιρετά μ’ έκφραση που υποδηλώνει λατρεία.
Λέω μέσα μου πως τίποτα δεν είναι τυχαίο, πως ο φίλος δεν ξέρει μόνο ν’ ανοίγει καρδιές, αλλά και να τις σκλαβώνει.
Αυτό θα μου το βεβαιώσουν στα χρόνια που θα περάσουν δεκάδες φίλοι που πήραν από τα χέρια του ζωή. Με πρώτον απ’ όλους τον δικηγόρο Γιάννη Διαμαντή Κι εγώ να φοβάμαι όλο και λιγότερο, λέγοντας κάθε φορά στον καρδιολόγο μου πως ότι και να γίνει έχω έναν φίλο που θα πάρει στα χέρια του την καρδιά μου, αυτήν την άπιστη ερωμένη και θα της ψιθυρίσει να είναι καλή μαζί μου παρά τις όποιες απιστίες της.

Σ
τα χρόνια που πέρασαν άνοιξε χιλιάδες καρδιές, χάρισε ζωή σε χιλιάδες συνανθρώπους.
Στην παγκόσμια κοινότητα της καρδιοχειρουργικής χάρισε πρωτοποριακές μεθόδους και αμέτρητες ανακοινώσεις. Είναι ο πατέρας της τεχνικής Π – Γκραφτ. Είναι αυτός που με την ομάδα του πρώτος στην Ελλάδα εμφύτευσε βλαστοκύτταρα στο μυοκάρδιο αντιμετωπίζοντας την αμφισβήτηση αρκετών συναδέλφων του. Όμως σε όλα δικαιώθηκε και πια χαμογελά προσφέροντας μια γενναιόδωρη συγγνώμην σ’ όλους. Ακόμα και σε πολλούς απ’ αυτούς που έσπερναν καρφιά στον δρόμο του και που δεν ήταν λίγοι.
Πριν 16 χρόνια επιλέγεται για να ιδρύσει και να διευθύνει την Καρδιοχειρουργική Κλινική του Ερρίκος Ντυνάν. Η φωνή του στο τηλέφωνο ακούγεται διαφορετική. Έχει μια σταθερότητα, μια βεβαιότητα. «Ήρθε η ώρα μου, φίλε…» μου εξομολογείται στο τηλέφωνο. «Δική μου είναι αυτή η αναμέτρηση και θα την κερδίσω». Και όντως την κερδίζει. Αυτήν και άλλες πολλές.
Στο μεταξύ στήνει γέφυρες συνεργασίας ανάμεσα σε άλλους διάσημους καρδιοχειρουργούς. Το 2004, την χρονιά που κυκλοφορούν τα «Μικρά Αντίο» παίρνει την πρωτοβουλία να συστήσει μια γέφυρα καρδιάς, μια γέφυρα φιλίας πρώτα και συνεργασίας μετά, με σπουδαίους καρδιοχειρουργούς από 29 χώρες της Νότιας Ευρώπης και της Ασίας. Την ονομάζει «Ευρω-Ασιατική Γέφυρα» είναι είναι μια κίνηση με παγκόσμιο συμβολικό χαρακτήρα. «Καρδιοχειρουργοί όλου του κόσμου ενωθείτε. Τίποτα δεν μας χωρίζει. Αντίθετα μας ενώνουν πολλά και κορυφαία. Γιατί τα νοσήματα της καρδιάς παίρνουν χαρακτήρα επιδημίας. Κι εμείς είμαστε αυτοί που θα σταθούμε απέναντί της για να χαρίσουμε στον άνθρωπο την ελπίδα και το χαμόγελο».
Αυτός είναι ο μαχητής Σωτήρης, ο παγκόσμιος Σωτήρης, ο φίλος μου, ο φίλος σας, ο φίλος μας.

Τ
έσσερα χρόνια μετά, το 2008, επιχειρεί να κάνει ακόμα ένα όνειρό του πραγματικότητα. Να διοργανώσει το 18ο Παγκόσμιο Καρδιοχειρουργικό Συνέδριο στην Ελλάδα, στην Κω, που όμως δεν θέλει να είναι ένα επιστημονικό και μόνο συνέδριο με ανακοινώσεις και ανταλλαγές απόψεων. Θέλει να έχει έντονη την γεύση της Ελλάδας. Τα έξοδα είναι πολλά, οι πόρτες για μια κάποια χρηματοδότηση σχεδόν κλειστές, κάποιες ερμητικά μάλιστα. «Θα το κάνω…», μου λέει. «Έστω κι αν χρειαστεί να χρεωθώ. Πληρώνοντας από την τσέπη μου…» Και χρεώνεται, και πληρώνει. Αλλά έχοντας εν τω μεταξύ προσφέρει γενναίες δόσεις από Ελλάδα στους συνέδρους.
Και η πορεία του συνεχίζεται με αμέτρητα ταξίδια σ’ όλη την γη, μια πορεία που τον αναδεικνύει ως πρεσβευτή της Ελληνικής Καρδιοχειρουργικής σ’ ολόκληρο τον κόσμο.
Τότε μου ομολογεί και δυο άλλους καημούς. Ο ένας να καταγράψει και να παραδώσει στις επόμενες γενιές την Ιστορία της Καρδιοχειρουργικής και την εξέλιξή της στην χώρα μας. Ο άλλος να συγκεντρώσει όλα τα κράτη που επισκέφθηκε και τα σύμβολα που τα χαρακτηρίζουν, με πρώτο τη σημαία τους, σ’ ένα ακόμα λεύκωμα.
Ο πρώτος καημός είναι εδώ. Αυτό το τεράστιο λεύκωμα με τις 934 σελίδες τους. «Το χρωστώ στους δασκάλους μου», μου είχε πει σε ανύποπτο χρόνο. «Είναι χρέος μας και να τιμούμε τους δασκάλους μας, αλλά και να δημιουργούμε μαθητές...», μου είχε πει κάποια άλλη στιγμή.
Το «Νίκες Καρδιάς» το περίμενα πώς και πώς. Ήξερα πως δούλευε γι’ αυτό μια έμπειρη δημοσιογράφος. Τελικά αποδείχθηκε και εμπνευσμένη. Η Νάνσυ Χρηστίδη.

Ξ
εφυλλίζοντας το «Νίκες Καρδιάς» τα συναντώ όλα αυτά. Όλα αυτά και άλλα πολλά. Και νιώθω μια υπερηφάνεια γιατί με ονοματίζει φίλο του. Και νιώθω μια υπερηφάνεια γιατί είναι έργο φίλου μου…
Θα τελειώσω αφού θα πω αυτό που ένιωσα όταν τελείωσα την ανάγνωση του λευκώματος. Τρεις μέρες και τρεις σχεδόν ολόκληρες νύχτες χρειάστηκαν.
Θα πω πως υπάρχουν κάποια συγγραφικά έργα που χαρακτηρίζονται ως έργα ζωής. Πρόχειρα, μου έρχονται στο νου, το "Παραδόσεις και Παροιμίες του ελληνικού λαού", του Νικολάου Πολίτη, "Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα" και το "Πώς είδαν οι ξένοι το 1821" του Κυριάκου Σιμόπουλου, η "Ιστορία του Ευρωπαϊκού Πνεύματος" του Παναγιώτη Κανελλόπουλου, η "Εισαγωγή εις την Φιλοσοφίαν" του Γιάννη Θεοδωρακόπουλου, τα "Ρεμπέτικα Τραγούδια" του Ηλία Πετρόπουλου, το "Αντιλεξικό" του Βοσταντζόγλου.
Έργο ζωής δεν χαρακτηρίζεται ένα έργο μόνο εξ αιτίας του όγκου του, αλλά από την πρωτοτυπία του κατά την εποχή που γράφηκε και από τα θεμέλια που ρίχνει στη θεματολογία που αναφέρεται.

Το "Νίκες Καρδιάς" είναι όντως ένα έργο ζωής. Και είναι έργο ζωής του Σωτήρη Πράπα. Ώριμο έργο και πρωτοποριακό. Καταγράφει την γέννηση της Καρδιοχειρουργικής στην χώρα μας, την ιστορική της πορεία, τα επιτεύγματα των πρώτων καρδιοχειρουργών και την παρούσα φάση της. Επίσης καταγράφει όλους όσοι ως καρδιοχειρουργοί ή βοηθοί τους ασκούν την επιστήμη σήμερα στα υπάρχοντα Καρδιοχειρουργικά Κέντρα και Κλινικές.
Ο φίλος Σωτήρης χάρισε στην Ελληνική Καρδιοχειρουργική την οντότητά της πορείας της, αποπειρώμενος ένα τόλμημα που ουδείς επιχείρησε μέχρι τώρα και βέβαια ουδείς ανέμενε από έναν άνθρωπο που βρίσκεται μόνιμα στα αεροπλάνα τις τελευταίες δεκαετίες διασχίζοντας τον πλανήτη Γη και προσφέροντας τις εμπειρίες, τις έρευνες και τις γνώσεις του σε δεκάδες καρδιοχειρουργικά κέντρα του εξωτερικού, ενώ παράλληλα έχει συμβάλλει στην εξέλιξή της με τρεις προσωπικές μεθόδους και πολλές ακόμα δραστηριότητες.

Ο φίλος Σωτήρης είναι ένας αξεπέραστος πλέον επιστήμονας που λατρεύεται από χιλιάδες ασθενείς οι οποίοι πήραν από τα χέρια του ζωή, ένας πρωτοπόρος, ένας άνθρωπος που νίκησε την θνητότητα και πέρασε ήδη στην αθανασία...

Η Λάρισα, πατρίδα του με την ευρύτερη έννοια, κάθε φορά τον υποδέχεται με αγάπη. Πλέον χρέος των εκλεγμένων ως δημοτικοί άρχοντες είναι να προχωρήσουν και στην πραγματοποίηση ενός άλλου ονείρου που για λογαριασμό της πόλης τον βασανίζει. Να βάλουν μπροστά την σύνδεση του Ιπποκράτη με το Αρχαίο Θέατρο και την σύγχρονη Λάρισα, αυτό που ο Σωτήρης ονόμασε «Λαρισαίων Κλέος».



Δεν υπάρχουν σχόλια